Ο Μπομ Κιμ δεν στερείται φιλοδοξιών, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Ούτε 35 χρονών δεν ήταν ο πρώην φοιτητής του Χάρβαρντ, όταν αποφάσισε να δοκιμάσει τις επιχειρηματικές του δυνάμεις, ιδρύοντας την Coupang. Αρχικός στόχος του ήταν μία πιο φθηνή παραλλαγή της αμερικανικής ιστοσελίδας Groupon, που διαθέτει εκπτωτικά κουπόνια για προϊόντα και υπηρεσίες. Μετά από δύο χρόνια άρχισε να θέλει περισσότερα. «Στόχος μου είναι να δημιουργήσω έναν κόσμο, στον οποίο όλοι αναρωτιούνται πώς μπορούσαν ως τώρα να ζουν χωρίς την Coupang» λέει σήμερα, στα 42 του χρόνια, ο Μπομ Κιμ. Στο μεταξύ η Coupang έχει εξελιχθεί στη μεγαλύτερη ασιατική επιχείρηση ηλεκτρονικού εμπορίου με τζίρο 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2020 (αύξηση κατά 91% σε σχέση με το 2019). Μόνο που παράλληλα με τον τζίρο αυξάνονται συνεχώς και τα χρέη της επιχείρησης.
Είναι και αυτός ένας λόγος που μπαίνει στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης η Coupang, έχοντας πίσω της τους μεγαλοεπενδυτές της Softbank, με στόχο μία γενναιόδωρη «ένεση κεφαλαίου» και μία αύξηση της χρηματιστηριακής αξίας κατά 52 δισ. ευρώ. Εάν ο στόχος επιτευχθεί, θα ήταν η πιο εντυπωσιακή είσοδος στο Χρηματιστήριο από το 2014, όταν είχε εμφανιστεί στη Wall Street o κινεζικός κολοσσός Alibaba. Για τη μετοχή της η Coupang υπολογίζει μία χρηματιστηριακή αξία μεταξύ 27 και 30 δολαρίων και ελπίζει να επωφεληθεί από τη γενικότερη τάση των επενδυτών να επιλέγουν εταιρίες νέας τεχνολογίας με ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης. Σε εποχές πανδημίας οι μετοχές της Amazon, της Alibaba και συναφών εταιριών έχουν καταγράψει διψήφια άλματα στην τιμή της μετοχής. Όπως επισημαίνει η ιστοσελίδα Stock Analysis, όλο και περισσότεροι φαίνεται να αναζητούν ευκαιρίες στο χρηματιστήριο, γι αυτό φέτος μετράμε ήδη 292 νέες εισηγμένες επιχειρήσεις, ενώ για ολόκληρο το 2020 είχαν εισαχθεί 480.
Μυστικό της επιτυχίας η «τέλεια αποστολή»
Με χαμηλές τιμές και αστραπιαία παράδοση εμπορευμάτων στον πελάτη η Coupang έχει προσελκύσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα περίπου 15 εκατομμύρια πελάτες, δηλαδή σχεδόν το 1/3 του συνολικού πληθυσμού της Ν.Κορέας. Παράλληλα όμως προσελκύει το ενδιαφέρον πολλών υποψηφίων «μνηστήρων». Όπως τονίζει ο αναλυτής Άντριου Ρος στο CNBC «όλοι οι μεγάλοι του κλάδου, η Amazon,η Alibaba και άλλοι, βλέπουν την Coupang ως πιθανό στόχο εξαγοράς». Άλλωστε η Coupang «ακολουθεί τη στρατηγική της Amazon», όπως επισημαίνει ο Ιμ Ιλ, καθηγητής Οικονομικής Πληροφορικής στο πανεπιστήμιο της Σεούλ. Αντί δηλαδή να αναθέτει εργολαβικά την αποστολή των εμπορευμάτων σε εξωτερικούς συνεργάτες, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται καθυστερήσεις στην παράδοση, προσπαθεί να τελειοποιήσει ένα δικό της δίκτυο διανομής και παράδοσης των προϊόντων, εξασφαλίζοντας παράλληλα οικονομίες κλίμακας για την ίδια την επιχείρηση. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι στη Ν.Κορέα τα τέλη αποστολής κατά μέσο όρο δεν ξεπερνούν τα δυόμιση δολάρια, τη στιγμή που στις ΗΠΑ κυμαίνονται μεταξύ 3 και 35 δολαρίων. Αυτό σημαίνει ότι η Coupang διαθέτει μικρότερα περιθώρια κέρδους, τα οποία θα πρέπει να αντισταθμίσει με μείωση του κόστους.
Περισσότεροι από 15.000 οδηγοί εργάζονται σήμερα για την Coupang και εξασφαλίζουν ότι η εταιρία τηρεί την υπόσχεσή της, παραδίδοντας το 99% των παραγγελιών εντός 24 ωρών. Με συνολική έκταση 100.000 τ.χλμ. η Νότια Κορέα δεν είναι μεγαλύτερη από την αμερικανική πολιτεία της Βιρτζίνια, ωστόσο οι ειδικοί εκτιμούν ότι μέχρι τα τέλη του 2021 μπορεί να εξελιχθεί στην τρίτη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου σε όλον τον κόσμο. Στη χώρα ζουν 52 εκατομμύρια άνθρωποι, οι περισσότεροι σε αστικά κέντρα με εύκολη πρόσβαση και γρήγορο δίκτυο 5G, ενώ το 95% του πληθυσμού διαθέτει smartphone. Στο μεταξύ βέβαια εντείνεται και ο ανταγωνισμός από ιστοσελίδες όπως η GMarket, η SSG.com και η Lotte.com, που αντιδρούν στον πόλεμο τιμών της Coupang, ενώ υπόσχονται και εκείνες παράδοση εντός 24 ωρών.
Περισσότερες επενδύσεις, περισσότερα χρέη
Προκειμένου να ανταποκριθεί στον ανταγωνισμό, η Coupang βάζει βαθιά το χέρι στην τσέπη. Ήδη ο Μπομ Κιμ έχει επενδύσει στην επιχείρηση τρία δισεκατομμύρια δολάρια με τη συνδρομή των Ιαπώνων μεγαλοεπενδυτών της Softbank, υιοθετώντας τη μέθοδο του blitz-scailing που είχαν εφαρμόσει παλαιότερα επιχειρήσεις όπως η Uber και η WeWork, επενδύοντας δηλαδή τεράστια ποσά στα πρώτα στάδια ανάπτυξης της επιχείρησης, μέσα σε ασταθές οικονομικό περιβάλλον. Είναι και αυτός ένας λόγος που η Coupang παραμένει υπερχρεωμένη, έντεκα χρόνια μετά την ίδρυσή της. Ο καθηγητής Ιμ Ιλ πιστεύει ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα η εταιρία δεν θα μπορεί να καταγράφει κέρδη. «Στο ηλεκτρονικό εμπόριο τα περιθώρια κέρδους είναι ελάχιστα, χρειάζεται επέκταση σε νέες υπηρεσίες για να έρθουν και τα κέρδη», υποστηρίζει. Κατά κάποιον τρόπο ο Τζεφ Μπέζος το έχει λύσει αυτό το πρόβλημα, επεκτείνοντας τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Σήμερα το cloud-service AWS συνεισφέρει περίπου το 50% των κερδών της Amazon.
Πηγή: Deutsche Welle
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!