Νωπές είναι οι μνήμες από την περασμένη άνοιξη, όταν το πρώτο κύμα του κορονοϊού έπιασε απροετοίμαστες ακόμα και τις πλέον ανεπτυγμένες χώρες με αποτέλεσμα να αδειάσουν τα ράφια των σούπερ μάρκετ σε όλο τον κόσμο, επιδεινώνοντας τη θέση των πιο ευάλωτων μελών της κοινωνίας. Η απρόσμενη αυτή εξέλιξη δεν καταγράφηκε μόνο σε φτωχές χώρες, αλλά αντίθετα χτύπησε ακόμα και κράτη με στιβαρές αλυσίδες εφοδιασμού και υψηλά επίπεδα επισιτιστικής ασφάλειας.
Στην πραγματικότητα αυτό που συνέβη ήταν ότι αντί για πραγματικές ελλείψεις τροφίμων, τα προβλήματα προέκυψαν από την ακαριαία και ταυτόχρονη έκρηξη της ζήτησης τροφίμων πρώτης ανάγκης, που υπερέβη κατά πολύ την προσφορά.
Παρόλο που το «χάος» της περασμένης άνοιξης έχει υποχωρήσει σε μεγάλο βαθμό καθώς οι χώρες αντιμετώπισαν πολλαπλά κύματα Covid-19, η επισιτιστική ασφάλεια παραμένει ένα μείζον πρόβλημα σε ολόκληρο τον κόσμο σύμφωνα με μια νέα έκθεση, όπως τονίζει στον «Παγκόσμιο Δείκτη Ασφάλειας Τροφίμων», που εκδίδει ετησίως ο Economist.
Συγκεκριμένα, η έκθεση υπό τον τίτλο Intelligence Unit 2020 μετρά την προσιτότητα των τιμή σε σχέση με τα εισοδήματα των πολιτών, τη διαθεσιμότητα και την ασφάλεια των τροφίμων, τους φυσικούς πόρους των χωρών, την «ανθεκτικότητα» και την ποιότητα των τροφίμων μέσα από 59 μοναδικούς δείκτες σε 113 χώρες.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την τελευταία έκθεση η επισιτιστική ασφάλεια εξακολουθεί να επιδεινώνεται σε όλο τον κόσμο λόγω της κλιματικής αλλαγής και της εντατικής καλλιέργειας με την πανδημία να επιδεινώνει αυτά τα προβλήματα. Δεν βρίσκονται, όμως, όλα τα κράτη στην ίδια θέση. Οι δείκτες φέρνουν τη Φινλανδία, την Ιρλανδία και την Ολλανδία ως τις χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα επισιτιστικής ασφάλειας, ενώ η Ζάμπια, το Σουδάν και η Υεμένη έχουν τα χαμηλότερα.
Οσο για την Ελλάδα, η χώρα μας βρίσκεται στις επισιτιστικά ασφαλείς χώρες, καταλαμβάνοντας την 27η θέση ανάμεσα σε 113 χώρες, τις οποίες μελετά ο Economist.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!