Αύριο Παρασκευή (17 Νοεμβρίου) ο πρόεδρος Ερντογάν αναμένεται να επισκεφθεί το Βερολίνο, όπου θα συναντηθεί με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Κυρίαρχο θέμα στην ατζέντα αναμένεται να είναι ο πόλεμος στη Γάζα, με το κλίμα πάντως να είναι τεταμένο, καθώς σε δηλώσεις του χθες (15 Νοεμβρίου) ο Ερντογάν αποκάλεσε το Ισραήλ «κράτος-τρομοκράτη» και τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου «ξοφλημένο».
«Η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στο Βερολίνο συμπίπτει με το γενικό πολιτικό κλίμα, αν και οι επισκέψεις του Ερντογάν στη Γερμανία αποτελούν συχνά από μόνες τους λόγο για τη δημιουργία ενός τέτοιου κλίματος», σχολιάζει η tageszeitung, εξηγώντας πως «όταν ο Όλαφ Σολτς θα υποδεχθεί τον επικεφαλής του τουρκικού κράτους […] πρόκειται να συζητηθούν θέματα για τα οποία το Βερολίνο και η Άγκυρα έχουν τοποθετηθεί προσφάτως με θεμελιωδώς διαφορετικό τρόπο». Επιπλέον, η επιμονή του Ερντογάν να μην αναγνωρίζει τη Χαμάς ως τρομοκρατική οργάνωση, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις του σε βάρος του Ισραήλ, επικρίνονται στη Γερμανία τόσο από την αντιπολίτευση, όσο και από το Κεντρικό Εβραϊκό Συμβούλιο και την κουρδική κοινότητα.
Προσφάτως συζητούταν το εάν και κατά πόσο θα μπορούσε η Τουρκία να διαδραματίσει ρόλο διαμεσολαβητή στο Μεσανατολικό. Πλέον, όμως, κάτι τέτοιο φαντάζει απίθανο κατά τον Γιασάρ Αϊντίν, ερευνητή στο Κέντρο Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών στο Βερολίνο. Όπως αναφέρει ο ειδικός στην taz, «λόγω των δηλώσεων του Ερντογάν για τη Χαμάς, η Τουρκία έχασε την ευκαιρία να διαδραματίσει διαμεσολαβητικό ρόλο», προσθέτοντας ακόμη ότι η χώρα «δεν διαθέτει τα διπλωματικά μέσα στην περιοχή που θα ήταν απαραίτητα για μία διαμεσολάβηση».
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία σε άνθηση
Πέραν όμως της εξωτερικής πολιτικής, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει να λύσει και σημαντικά προβλήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Υπάρχει ωστόσο ένα πράγμα για το οποίο δεν χρειάζεται να ανησυχεί - την τουρκική αμυντική βιομηχανία.
«Οι εταιρείες του κλάδου κάνουν εξαγωγές σε 170 χώρες σε όλο τον κόσμο - και θέλουν να επεκταθούν περισσότερο», παρατηρεί η tagesschau. Μία από τις πιο γνωστές κατασκευάστριες εταιρείες είναι η TAI, η οποία ειδικεύεται στην κατασκευή αεροσκαφών, μεταξύ άλλων και για στρατιωτική χρήση. Όπως εξηγεί το γερμανικό μέσο, «η TAI προσλαμβάνει νέα ταλέντα απευθείας από πανεπιστήμια με τα οποία συνεργάζεται. […] Πλέον, η εταιρεία δεν στοχεύει μόνο στην περαιτέρω ανάπτυξή της, αλλά και στην αύξηση των εξαγωγών, στα πρότυπα άλλων τουρκικών εταιρειών της αμυντικής βιομηχανίας».
Αυτός είναι επισήμως και ο στόχος της κυβέρνησης. «Ο αναπληρωτής υπουργός Βιομηχανίας και Τεχνολογίας Αχμέντ Γιοζγκατλιγκίλ αναφέρει πως στόχος είναι η εξαγωγή όσο το δυνατόν περισσότερων κορυφαίων αμυντικών εξοπλισμών της Τουρκίας σε όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες. Ο ίδιος δεν θεωρεί πως με αυτόν τον τρόπο μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλεια της Τουρκίας: "Θέλουμε να βοηθήσουμε τους συμμάχους μας. Η αμυντική τεχνολογία πρέπει να εξυπηρετεί ειρηνικούς σκοπούς - πρέπει να είναι κανείς δυνατός, προκειμένου να μπορεί να αποφύγει τους πολέμους”».
Αποδυναμωμένη η τουρκική οικονομία
Η εσωτερική αστάθεια πάντως είναι γεγονός στην Τουρκία, κάτι που οφείλεται πρωτίστως στην κάκιστη πορεία της οικονομίας.
Τον Οκτώβριο «ο πληθωρισμός έφτασε στο 61,4%. Η επικεφαλής της τουρκικής κεντρικής τράπεζας, Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν, αναγκάστηκε να αυξήσει τον στόχο για τον πληθωρισμό στο 65% ενόψει του τέλους του έτους, ενώ οι αναλυτές αναμένουν πως μέχρι τον Μάιο του 2024 ο πληθωρισμός θα φτάσει ακόμη και στο 75%», γράφει η Stuttgarter Nachrichten.
Πέραν της οικονομικής διάστασης, όμως, ο πολιτικός αντίκτυπος των εν λόγω στοιχείων μπορεί να αποβεί κομβικός για τον Ερντογάν και το AKP - και δη στο άμεσο μέλλον. «Στα τέλη του ερχόμενου Μαρτίου διεξάγονται στην Τουρκία δημοτικές εκλογές, οι οποίες παραδοσιακά θεωρούνται σημαντικό βαρόμετρο - ιδίως αυτήν τη φορά. Διότι ο Ερντογάν θέλει να εδραιώσει περαιτέρω την εξουσία του κερδίζοντας ξανά με κάθε τρόπο στην Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα, τα Άδανα και την Αττάλεια, εκεί όπου η αντιπολίτευση επικράτησε πριν από πέντε χρόνια».
Εξαιτίας της καταβαραθρωμένης οικονομίας, ο Ερντογάν έχει περισσότερο ανάγκη τη Δύση - τόσο στον τομέα των επενδύσεων, όσο και των εξαγωγών. Οι εξελίξεις όμως στη Μέση Ανατολή ανατρέπουν τα πάντα. «Ο επικεφαλής του τουρκικού κράτους βρίσκεται μπροστά σε ένα σωρό ερείπια. Οι προσφάτως βελτιωμένες διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ έχουν καταρρεύσει. Η εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Τουρκία καταρρέει και πάλι. Το γεγονός ότι κάποιοι στη Δύση εξακολουθούν να συνομιλούν μαζί του, ο Ερντογάν το οφείλει πρωτίστως στη γεωστρατηγικής σημασίας θέση της χώρας του στο κατώφλι της Μέσης Ανατολής και στον ρόλο της Τουρκίας στη διαχείριση των προσφυγικών ροών», καταλήγει η Stuttgarter Nachrichten.
Πηγή: DW
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!