Η στρατιωτική κυβέρνηση της Μιανμάρ έχει εισάγει οπλισμό και άλλα στρατιωτικά είδη αξίας τουλάχιστον ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων από τότε που κατέλαβε την εξουσία τον Φεβρουάριο του 2021, δήλωσε σήμερα εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ σε νέα έκθεσή του, στην οποία επικρίνεται η Ρωσία και η Κίνα επειδή συνδράμουν με θανατηφόρα όπλα τη στρατιωτική χούντα στην προσπάθειά της να συντρίψει την αντιπολίτευση.
Από τότε που ο στρατός κατέλαβε την εξουσία και φυλάκισε τους δημοκρατικούς ηγέτες, ορισμένοι αντίπαλοι της στρατιωτικής κυβέρνησης πήραν κατά τόπους τα όπλα και ενώθηκαν με τους αντάρτες εθνικών μειονοτήτων, ενώ ο στρατός απάντησε με αεροπορικές επιδρομές και βαρέα όπλα, πλήττοντας και αστικές περιοχές.
Ρωσικής κατασκευής ελικόπτερα Mi-35, μαχητικά αεροσκάφη MiG-29 και ελαφρά αεροσκάφη Yak-130, καθώς και κινεζικά αεριωθούμενα K-8, χρησιμοποιήθηκαν στις αεροπορικές επιδρομές που έπληξαν σχολεία, υγειονομικές εγκαταστάσεις, σπίτια και άλλες μη στρατιωτικές περιοχές, αναφέρει η έκθεση του Ειδικού Εισηγητή του ΟΗΕ Τομ Άντριους για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μιανμάρ.
Σύμφωνα με την έκθεση, σε μια και μόνο επίθεση κατά μιας συγκέντρωσης σε χωριό που διοργανώθηκε από τους αντιπάλους του στρατού στην περιοχή Σαγκάινγκ στις 11 Απριλίου σκοτώθηκαν τουλάχιστον 160 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων φέρεται να ήταν σχεδόν 40 παιδιά.
Ο στρατός της Μιανμάρ δήλωσε ότι στόχος του είναι οι αντάρτες και μετά την επίθεση στο Σαγκάινγκ, ανέφερε ότι όσοι άμαχοι σκοτώθηκαν ήσαν προφανώς υποστηρικτές των «τρομοκρατών» όπως αποκαλεί τους αντιπάλους του.
«Τα καλά νέα είναι ότι γνωρίζουμε τώρα ποιος προμηθεύει αυτά τα όπλα και τις δικαιοδοσίες με τις οποίες επιχειρούν», δήλωσε ο Άντριους καλώντας τα μέλη του ΟΗΕ να «εντείνουν τις προσπάθειές τους και να σταματήσουν τη ροή των όπλων» με πλήρη απαγόρευση της μεταφοράς όπλων στον στρατό της Μιανμάρ, επιβολή των υφιστάμενων απαγορεύσεων και συντονισμένες κυρώσεις.
Ο εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ χρησιμοποίησε εμπορικά στοιχεία για να περιγράψει λεπτομερώς τις μεταφορές όπλων και άλλων αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών για την εγχώρια παραγωγή όπλων της Μιανμάρ, προς τον στρατό μετά το πραξικόπημα, αξίας 406 εκατομμυρίων δολαρίων από τη Ρωσία και 267 εκατομμυρίων δολαρίων από την Κίνα, συμπεριλαμβανομένων κρατικών οντοτήτων και στις δύο χώρες.
Κρατικές οντότητες στην Ινδία πραγματοποίησαν επίσης μικρότερο όγκο μεταφορών, ενώ εταιρείες στη Σιγκαπούρη, την Ινδία και την Ταϊλάνδη συμμετείχαν επίσης σε μεταφορές προς τον στρατό.
Στρατιωτικό υλικό αξίας περίπου 227 εκατομμυρίων δολαρίων προήλθε από τη Rosoboronexport, τον κρατικό εξαγωγέα όπλων της Μόσχας, ο οποίος έχει μεταφέρει μαχητικά SU-30, προμήθειες για τα MiG-29 και συστήματα εκτόξευσης πυραύλων στη Μιανμάρ, αναφέρει η έκθεση.
Άλλες ρωσικές εταιρείες παρείχαν μια σειρά από εργαλεία, εξοπλισμό και ανταλλακτικά για οπλικά συστήματα που προμηθεύτηκαν από τη Ρωσία, αναφέρεται στην έκθεση.
«Όπλα που παρέχονται από Ρώσους προμηθευτές έχουν χρησιμοποιηθεί για τη διάπραξη πιθανών εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στη Μιανμάρ», αναφέρεται στην έκθεση.
Ο Άντριους δήλωσε ότι ενημέρωσε τις χώρες που αναφέρονται στην έκθεση για τα ευρήματά του πριν από τη δημοσίευσή της.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!