Μπορεί εσχάτως να μιλάμε για την υποχώρηση του πληθωρισμού, όμως η αλήθεια είναι ότι τα νοικοκυριά βρίσκονται πρακτικά αντιμέτωπα με διαφορετικές πληθωριστικές πιέσεις λόγω και του διαφορετικού πλάνου δαπανών που ακολουθούν.
Για παράδειγμα, αν και η κάθετη αύξηση της τιμής της βενζίνης είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει συνολικά το δείκτη του πληθωρισμού, ένα νοικοκυριό που δεν διαθέτει αυτοκίνητο επηρεάζεται λιγότερο σε σχέση με ένα νοικοκυριό που διαθέτει αυτοκίνητο. Η πτυχή αυτή αναφέρεται στη λεγόμενη «ανισότητα του πληθωρισμού» που αποτυπώνει τον διαφορετικό τρόπο που κάθε πληθυσμιακή ομάδα μιας κοινωνίας αντιλαμβάνεται τις ανατιμήσεις στα προϊόντα.
Έκθεση του γνωστού think tank Bruegel επιχείρησε πρόσφατα να ερευνήσει τον τρόπο και το βαθμό στον οποίο ο πληθωρισμός επηρεάζει διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες και να καταγράψει πως τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα βρίσκονται πρακτικά αντιμέτωπα με διαφορετικούς πληθωριστικούς δείκτες, ακριβώς λόγω των αγοραστικών τους συνηθειών.
Για παράδειγμα τα νοικοκυριά υψηλότερου εισοδήματος δαπανούν μεγαλύτερο τμήμα του εισοδήματος τους σε είδη πολυτελείας, οπότε οποιαδήποτε αλλαγή στις τιμές των προϊόντων της κατηγορίας αυτής έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στον πληθωριστικό τους δείκτη σε σχέση με αυτόν που χαρακτηρίζει τα νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος.
Διαφορετικό καλάθι, διαφορετικός αντίκτυπος
Εφόσον το καλάθι του νοικοκυριού περιλαμβάνει πιθανόν διαφορετικά προϊόντα, με διαφορετικές διαβαθμίσεις ανατιμήσεων, το κάθε νοικοκυριό δεν επηρεάζεται το ίδιο. Επίσης, ανάλογα με τα επίπεδα του εισοδήματος υπάρχει διαφοροποίηση στο συνολικό μερίδιο των εσόδων που κάθε νοικοκυριό δαπανά στην κατανάλωση ή αποταμιεύει.
Προφανώς τα φτωχότερα νοικοκυριά έχουν μικρότερα περιθώρια ευελιξίας, ώστε να αντιμετωπίσουν και να απορροφήσουν τις συνεχείς ανατιμήσεις των προϊόντων χρησιμοποιώντας ακόμη και τις αποταμιεύσεις τους. Αναλόγως δαπανά το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος, καθώς δεν έχει περιθώρια να αποταμιεύσει.
Όπως έχουν δείξει και εκθέσεις της ΕΚΤ, τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα δαπανούν μεγαλύτερο τμήμα των εισοδημάτων τους για βασικά τρόφιμα, ηλεκτρικό ρεύμα, αέριο/θέρμανση και λιγότερο για ψυχαγωγία, μετακινήσεις και ταξίδια, εστιατόρια και είδη πολυτελείας. Με δεδομένη την αναλογία αυτή δεν είναι τυχαίο ότι με φόντο την εκτόξευση των τιμών σε ενέργεια και καύσιμα από την έναρξη του πολέμου, η ψαλίδα στα επίπεδα της ανισότητας στον πληθωρισμό έχει διευρυνθεί σημαντικά.
Σε μετρήσεις της ΕΚΤ έχει υπολογιστεί πως για την ίδια αύξηση στις ενεργειακές δαπάνες, η μείωση στην εξοικονόμηση χρημάτων για τα φτωχότερα νοικοκυριά είναι τουλάχιστον πέντε με έξι φορές μεγαλύτερη σε σχέση με τα πλούσια νοικοκυριά. Αυτό σημαίνει πως και τα κρατικά μέτρα στήριξης δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο, καθώς τα φτωχότερα νοικοκυριά τα αισθάνονται πιο ανεπαρκή, αιτιολογώντας όσους αναλυτές καλούν τις κυβερνήσεις να κάνουν τα μέτρα στήριξης πιο στοχευμένα στα ευάλωτα νοικοκυριά.
Για την καλύτερη αποτελεσματικότητα των μέτρων, οι κυβερνήσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όχι μόνο τα επίιπεδα του πληθωρισμού, αλλά και τις διαφορετικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά, τις διαφορετικές διακυμάνσεις στο πόσο ευάλωτα είναι στις πληθωριστικές πιέσεις.
Η ισορροπία αυτή δεν αφορά μόνο διαφορετικά νοικοκυριά, αλλά ενδεχομένως και χώρες συνολικά. Ετσι, οι χώρες της ΕΕ που καταγράφουν υψηλότερους δείκτες πληθωρισμού είναι συχνά και οι χώρες, όπου οι πιο φτωχές πληθυσμιακά ομάδες βρίσκονται αντιμέτωπες με υψηλότερους πληθωριστικούς δείκτες από τις πλουσιότερες ομάδες.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!