Το 25ετές μοντέλο του Ηνωμένου Βασιλείου να εισάγει φθηνά εργατικά χέρια τελείωσε με το Brexit και την COVID-19, προετοιμάζοντας το έδαφος για ένα χειμώνα δυσαρέσκειας, όπως στη δεκαετία του 1970, με ελλείψεις εργατικού δυναμικού, αιτήματα για μισθολογικές αυξήσεις και άνοδο των τιμών.
Η αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνδυασμό με το επακόλουθο χάος της μεγαλύτερης κρίσης δημόσιας υγείας εδώ και έναν αιώνα, οδήγησε την πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου σε μια ξαφνική προσπάθεια να αποδεσμευθεί από την εξάρτησή της από τα φθηνά, εισαγόμενα εργατικά χέρια.
Το πείραμα του Brexit του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον –μοναδικό μεταξύ των μεγάλων οικονομιών—άσκησε περαιτέρω πιέσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες που ήδη αντιμετώπισαν προβλήματα παγκοσμίως αναφορικά με τα πάντα, από χοιρινό και πουλερικά έως φάρμακα και γάλα.
Οι μισθοί, και άρα οι τιμές, θα πρέπει να αυξηθούν.
Ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος στην ανάπτυξη, την πολιτική τύχη του Τζόνσον και τη σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ασαφής.
«Είναι πραγματικά ένα μεγάλο σημείο καμπής για το Ηνωμένο Βασίλειο και μια ευκαιρία για εμάς να κινηθούμε σε διαφορετική κατεύθυνση», δήλωσε ο 57χρονος Τζόνσον ερωτηθείς για τις ελλείψεις στο εργατικό δυναμικό. «Αυτό που δεν θα κάνω είναι να επιστρέψω στο παλιό αποτυχημένο μοντέλο των χαμηλών μισθών, χαμηλών δεξιοτήτων, στηριζόμενο από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση».
Δήλωσε ότι οι Βρετανοί ψήφισαν υπέρ της αλλαγής στο δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit και πάλι το 2019, όταν η σαρωτική εκλογική νίκη κατέστησε τον Τζόνσον τον ισχυρότερο συντηρητικό πρωθυπουργό μετά τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
Οι στάσιμοι μισθοί, δήλωσε, θα πρέπει να αυξηθούν –για κάποιους η λογική, από οικονομικής άποψης, πίσω από την ψήφο του Brexit. Ο Τζόνσον έχει ξεκάθαρα πει σε επικεφαλής επιχειρήσεων σε κεκλεισμένων των θυρών συναντήσεις να πληρώνουν περισσότερα τους εργαζόμενους.
Το να «πάρουμε πίσω τον έλεγχο» της μετανάστευσης ήταν βασικό μήνυμα της εκστρατείας τους Brexit, την οποία το στρατόπεδο υπέρ της αποχώρησης –με επικεφαλής τον Τζόνσον— κέρδισε οριακά. Στη συνέχεια εκείνος υποσχέθηκε να προστατεύσει τη χώρα από την «μηχανή» της Ευρωπαϊκής Ένωσης που «καταστρέφει τις θέσεις εργασίας».
Προσαρμογή του Brexit
Ο Τζονσον χαρακτηρίζει το στοίχημά του με Brexit ‘προσαρμογή’, ενώ οι επικριτές του λένε ότι παρουσιάζει την έλλειψη εργατικού δυναμικού ως μία χρυσή ευκαιρία για να αυξήσουν οι εργαζόμενοι τους μισθούς τους.
Ωστόσο ο περιορισμός της μετανάστευσης ισοδυναμεί με μια αλλαγή μιας ολόκληρης γενιάς στην οικονομική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου, αμέσως μετά τη συρρίκνωση κατά 10% που προκάλεσε η πανδημία το 2020, τη χειρότερη τα τελευταία 300 και πλέον χρόνια.
Καθώς η ΕΕ επεκτάθηκε προς ανατολάς μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989, η Βρετανία και άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες καλωσόρισαν εκατομμύρια μετανάστες από χώρες όπως η Πολωνία, η οποία εντάχθηκε στο ευρωπαϊκό μπλοκ το 2004.
Κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά πόσοι άνθρωποι ήρθαν: στα μέσα του 2021, η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι είχε λάβει πάνω από 6 εκατ. αιτήσεις από Ευρωπαίους πολίτες για εγκατάσταση, υπερδιπλάσιες του αριθμού των ανθρώπων που πίστευε ότι βρίσκονταν στη χώρα το 2016.
Μετά το Brexit, η κυβέρνηση σταμάτησε να δίνει προτεραιότητα σε Ευρωπαίους πολίτες έναντι πολιτών από οποιαδήποτε χώρα.
Το Brexit οδήγησε πολλούς εργαζομένους από την ανατολική Ευρώπη –συμπεριλαμβανομένων περίπου 25.000 οδηγών φορτηγών—να εγκαταλείψουν τη χώρα ενώ λόγω της πανδημίας ανεστάλησαν οι εξετάσεις πιστοποίησης περίπου 40.000 υποψήφιων οδηγών.
Αυτή τη στιγμή η Βρετανία έχει έλλειψη περίπου 100.000 φορτηγατζήδων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ουρές στα πρατήρια βενζίνης και ανησυχίες για τη διανομή τροφίμων στα σούπερ μάρκετ με την έλλειψη εκδοροσφαγέων και αποθηκάριων να προκαλεί επίσης ανησυχία.
«Οι μισθοί θα πρέπει να αυξηθούν, άρα οι τιμές για οτιδήποτε διανέμουμε, οτιδήποτε αγοράζετε στα ράφια, θα πρέπει επίσης να αυξηθούν», δήλωσε ο Κρεγκ Χόλνες, Βρετανός οδηγός φορτηγού με 27 χρόνια εμπειρίας.
Οι μισθοί έχουν ήδη καταγράψει άλμα: σύμφωνα με μία αγγελία, ζητείται οδηγός μεγάλων φορτηγών με ετήσιες αποδοχές 75.000 λίρες (περίπου 88.000 ευρώ) ετησίως, το υψηλότερο ποσό που έχει ακούσει ποτέ να προσφέρεται η εταιρία εύρεσης εργασίας που τη δημοσίευσε.
Χειμώνας δυσαρέσκειας
Η Τράπεζα της Αγγλίας ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή πρόκειται να αυξηθεί στο 4% αργότερα φέτος, «κυρίως λόγω των εξελίξεων στην ενέργεια και τις τιμές προϊόντων», και ό,τι φαίνεται πως έχει ενισχυθεί τα επιχειρήματα υπέρ της αύξησης των επιτοκίων από τα ιστορικά χαμηλά επίπεδά τους.
Επικαλέστηκε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία «οι δυσκολίες πρόσληψης είναι πιο εκτεταμένες και οξείες», τις οποίες οι αξιωματούχοι της Τράπεζας απέδωσαν σε «έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως το ότι η ζήτηση ανακάμπτει πιο γρήγορα από το αναμενόμενο καθώς και τη μείωση στη διαθεσιμότητα Ευρωπαίων εργαζομένων».
Οι υπουργοί του Τζόνσον έχουν κατ’ επανάληψη απορρίψει την ιδέα ότι η Βρετανία οδεύει προς έναν «χειμώνα δυσαρέσκειας» σαν αυτόν που βοήθησε τη Θάτσερ να ανέλθει στην εξουσία το 1979, με αιτήματα για αύξηση μισθών, πληθωρισμό και ενεργειακές ελλείψεις –ή ακόμα και ότι το Brexit έχει αποτελέσει παράγοντα.
«Η χώρα κινείται με συγκριτικά χαμηλό ρυθμό αύξησης των μισθών για πολύ καιρό –βασικά στάσιμους μισθούς και εντελώς στάσιμη παραγωγικότητα—και αυτό οφείλεται στο ότι, διαχρονικά, αποτύχαμε να επενδύσουμε στους ανθρώπους, αποτύχαμε να επενδύσουμε στον εξοπλισμό και έχετε δει αμετάβλητους μισθούς», δήλωσε ο Τζόνσον την Κυριακή.
Δεν εξήγησε, ωστόσο, πώς η στασιμότητα των μισθών και η χαμηλή παραγωγικότητα θα επιλυθούν από έναν συνδυασμό χαμηλότερης μετανάστευσης και υψηλότερων μισθών που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, ο οποίος πλήττει τους πραγματικούς μισθούς.
Δεν είναι επίσης σαφές πώς οι υψηλότερες τιμές θα επηρεάσουν μια οικονομία όπου βασικός της μοχλός είναι η κατανάλωση και ολοένα και περισσότερο εξαρτάται από εφοδιαστικές αλυσίδες, των οποίων τα δίκτυα εξαπλώνονται σε όλη την Ευρώπη και πέρα από αυτή.
Για κάποιους παρατηρητές, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επιστρέψει στο ίδιο σημείο: εντάχθηκε στο ευρωπαϊκό κλαμπ τη δεκαετία του 1970 ως ο ασθενής της Ευρώπης και η αποχώρησή του, όπως ξεκάθαρα ελπίζουν πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί, θα οδηγήσει και πάλι πίσω σε αδιέξοδο.
Το κληροδότημα που θα αφήσει πίσω του ο Τζόνσον θα εξαρτηθεί από το αν τους διαψεύσει.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!