Αντιμέτωπος με μια «σιωπηλή» οικονομική κρίση βρίσκεται τα τελευταία χρόνια ο Καναδάς. Άλλοτε πρότυπο ανάπτυξης και ευημερίας, η μεγάλη χώρα της βόρειας Αμερικής βλέπει το πραγματικό ΑΕΠ ανά κάτοικο να μειώνεται, με την οικονομία της να μην παρουσιάζει δραματική επιδείνωση μόνο λόγω της διαρκούς αύξησης του πληθυσμού εξαιτίας της μαζικής μετανάστευσης, η οποία στηρίζει την κατανάλωση.
Οι δασμοί όμως που θα επιβάλει - πλην συγκλονιστικού απροόπτου - ο Τραμπ στις εισαγωγές από τον Καναδά ενδέχεται να αποτελέσουν ένα καίριο πλήγμα για την Οττάβα, φέρνοντας στο φως διαρθρωτικές αδυναμίες και παθογένειες της οικονομίας και απειλώντας να βυθίσουν τον Καναδά σε μια βαθιά ύφεση.
Καμπανάκι
Πριν λίγες μόλις εβδομάδες, στις αρχές Ιανουαρίου, ο Καναδός οικονομολόγος Λαρς Όσμπεργκ, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Dalhousie στη Νέα Σκωτία του Καναδά, υποστήριζε - σύμφωνα με την καναδική Financial Post - ότι η χώρα βρίσκεται σε ύφεση «και μάλιστα εδώ και αρκετό καιρό», εξηγώντας ότι δεν πρόκειται για ύφεση με την τυπική έννοια του όρου (δηλαδή δύο συνεχόμενα τρίμηνα μείωσης του ΑΕΠ) αλλά για ένα φαινόμενο που καμουφλάρεται από τη γρήγορη αύξηση του πληθυσμού.
Πράγματι, ο Καναδάς κατέγραψε ανάπτυξη 2,1% στο δεύτερο τρίμηνο του 2024 και 1% στο τρίτο τρίμηνο. Όμως ο Όσμπεργκ υποστηρίζει ότι αν δεν υπήρχε η θεαματική αύξηση του πληθυσμού, η χώρα θα βρισκόταν σε ύφεση.
Οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί: Το 2023 ο Καναδάς κατέγραψε την εντονότερη δημογραφική ανάπτυξη των τελευταίων 66 ετών, με τον πληθυσμό του να αυξάνεται κατά 1,3 εκατομμύρια άτομα ή κατά 3,2% λόγω της μετανάστευσης.
Οι νέοι αυτοί κάτοικοι της μεγάλης βορειοαμερικανικής χώρας στηρίζουν την κατανάλωση, η οποία εν τέλει καλύπτει τις παθογένειες της καναδικής οικονομίας, εξηγούσε ο Όσμπεργκ. «Όταν ο πληθυσμός αυξάνεται κατά 3% ετησίως, αυτό σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι συμβάλλουν στην αύξηση της συνολικής ζήτησης».
Αν όμως κανείς κοιτάξει λίγο βαθύτερα - υποστήριζε ο Καναδός οικονομολόγος - και εστιάσει στο πραγματικό ΑΕΠ ανά κάτοικο, θα δει ότι το τρίτο τρίμηνο του 2024 το μέτρο αυτό μειώθηκε για έκτο συνεχόμενο τρίμηνο, κατά 0,4%. Όσο για το ποσοστό ανεργίας, αυξήθηκε τον Νοέμβριο στο 6,8%, μια ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2023.
«Από την άποψη του ΑΕΠ ανά κάτοικο, [στον Καναδά] βρισκόμαστε σε ύφεση εδώ και καιρό και η αύξηση της ανεργίας το επιβεβαιώνει», υποστήριζε ο Όσμπεργκ.
Ύφεση
Την ίδια άποψη ενστερνίζεται και ο πρώην διοικητής της Τράπεζας του Καναδά, Στίβεν Πόλοζ, ο οποίος τον Δεκέμβριο δήλωσε ότι η χώρα βρίσκεται σε ύφεση η οποία όμως καλύπτεται από τη μεγάλη αύξηση του πληθυσμού. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι πλευρές της ύφεσης δεν καθίστανται ορατές: Το πληθωριστικό κύμα των προηγούμενων ετών μείωσε τις καταναλωτικές δαπάνες, με τον πληθωρισμό όμως κατόπιν να μειώνεται ταχύτερα από το αναμενόμενο, κάτι που συμβαίνει - σύμφωνα με τον Πόλοζ - μόνο σε περιόδους ύφεσης.
Αλλά και ο οικονομολόγος Ντέιβιντ Ρόζενμπεργκ, σύμφωνα με την Financial Post, είχε πρόσφατα επισημάνει ότι η οικονομία του Καναδά θα είχε συρρικνωθεί κατά το 2024 εάν δεν υπήρχε η κρατική στήριξη.
«Ο δημόσιος τομέας διέσωσε την εθνική οικονομία στο τρίτο τρίμηνο με μια ετήσια αύξηση των κρατικών δαπανών κατά 4,8%», έγραψε στο ενημερωτικό του δελτίο Early Morning with Dave τον περασμένο μήνα. «Αν αφαιρέσουμε αυτή τη συνεισφορά, το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε με ετήσιο ρυθμό 0,3%. Δεν είναι καλή εικόνα».
Ο Ρόζενμπεργκ υπογράμμισε επίσης τη συνεχιζόμενη πτώση του πραγματικού ΑΕΠ ανά κάτοικο για έκτο συνεχόμενο τρίμηνο.
«Μόνο μία άλλη φορά στην καταγεγραμμένη ιστορία του Καναδά έχουμε δει διαδοχική μείωση του πραγματικού ΑΕΠ ανά κάτοικο για έξι συνεχόμενα τρίμηνα, κατά τη διάρκεια της ύφεσης του 1981-82», σημείωσε ο οικονομολόγος, προσθέτοντας ότι «το πραγματικό ΑΕΠ ανά κάτοικο είναι πλέον μειωμένο κατά 1,4% σε ετήσια βάση και [βρίσκεται] χαμηλότερο από ό,τι ήταν την άνοιξη του 2017».
Αδυναμίες
Πού οφείλεται αυτή η αρνητική οικονομική πορεία μιας χώρας που στο μυαλό πολλών είναι ταυτισμένη με την ευημερία και το υψηλό επίπεδο ζωής;
Σε πρόσφατο ανταπόκρισή του από τη Νέα Υόρκη, ο δημοσιογράφος της ελβετικής Neue Zürcher Zeitung εξηγούσε ότι η ανταγωνιστικότητα της χώρας έχει μειωθεί την τελευταία δεκαετία, σε σύγκριση όχι μόνο με τις ΗΠΑ αλλά και με την Αυστραλία. Η παραγωγικότητα της εργασίας δεν έχει αυξηθεί τα τελευταία δέκα χρόνια, καθώς οι καναδικές επιχειρήσεις επενδύουν ελάχιστα σε νέες τεχνολογίες, έρευνα και εξοπλισμό.
Επιβαρυντικά λειτούργησε και η υποχώρηση των τιμών του πετρελαίου (κυρίως την περίοδο 2015-2016), που αποτελεί ένα από τα βασικά εξαγώγιμα αγαθά για την Οττάβα, ενώ ορισμένες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις των κυβερνήσεων Τριντό φέρονται να επιδείνωσαν την κατάσταση.
Όσο για τη μετανάστευση, μπορεί να στήριξε την κατανάλωση και να παρείχε εργατικά χέρια και νέα μυαλά στην καναδική οικονομία, ωστόσο δεν συνοδεύτηκε από αύξηση των διαθέσιμων κατοικιών με αποτέλεσμα στον Καναδά να δημιουργηθεί οξεία στεγαστική κρίση.
Η γραφειοκρατία - σύμφωνα με τον δημοσιογράφο της NZZ - αποτελεί ένα ακόμα πρόβλημα για την καναδική οικονομία καθώς σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα για την έκδοση μιας οικοδομικής άδειας για αποθήκη στον Καναδά απαιτούνται 249 ημέρες, ενώ στις ΗΠΑ λιγότερες από 70.
Ακόμα και το εμπόριο μεταξύ των ομόσπονδων καναδικών επαρχιών επηρεάζεται από τοπικούς κανονισμούς. Οι επαρχίες επιβάλλουν τους δικούς τους φόρους και εφαρμόζουν διαφορετικούς κανόνες αδειοδότησης, γεγονός που περιορίζει την κινητικότητα των εργαζομένων.
Κίνδυνος βαθιάς ύφεσης
Υπό αυτό το πρίσμα, η επιβολή από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ δασμών 25% στις εισαγωγές από τον Καναδά ενδέχεται να βυθίσουν την οικονομία της βορειοαμερικανικής χώρας σε βαθιά ύφεση - δεδομένου ότι το 75% των εξαγωγών του Καναδά κατευθύνονται στις ΗΠΑ.
Για να ανταπεξέλθει, η Οττάβα - λένε ειδικοί αναλυτές - θα χρειαστεί να αναπροσαρμόσει άμεσα τις εμπορικές της σχέσεις, ενισχύοντας τους δεσμούς της με την Ευρώπη, την Ασία και τη Λατινική Αμερική - και πράγματι η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ, που τέθηκε σε ισχύ το 2017, βοηθά στη διαφοροποίηση των εμπορικών σχέσεων.
Ωστόσο, θα χρειαστούν αρκετός χρόνος για να προσαρμοστούν οι εφοδιαστικές αλυσίδες και να ανακατευθυνθούν οι εμπορικές ροές.
Και χρόνος δεν υπάρχει: Η δαμόκλειος σπάθη των δασμών επικρέμαται απειλητικά πάνω από την Οττάβα, έχοντας ήδη «αποκεφαλίσει» τον επί χρόνια πρωθυπουργό της χώρας, Τζαστίν Τριντό, ο οποίος στις 6 Ιανουαρίου ανακοίνωσε την παραίτησή του.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!