Η κοινή πεποίθηση μετά τα πρόσφατα πλήγματα του Ισραήλ σε ιρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις ως αντίποινα για την επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους του Ιράν στο Ισραήλ είναι ότι ο κίνδυνος περαιτέρω κλιμάκωσης έχει περιοριστεί. Οι αρχικές δηλώσεις του ανώτατου ηγέτη της Ισλαμικής Δημοκρατίας συντείνουν στο ότι το Ιράν μπορεί να μην προχωρήσει σε σοβαρή ανταπάντηση και οι χρηματοπιστωτικές αγορές φάνηκε να συμφωνούν, με τις τιμές του πετρελαίου να πέφτουν 5% αμέσως μετά τα ισραηλινά χτυπήματα (αν και αυξήθηκαν κάπως μετά από νέες πολεμικές δηλώσεις ορισμένων Ιρανών στρατιωτικών διοικητών).
Αλλά αυτή η κοινή πεποίθηση είναι πιθανότατα λάθος, τονίζει ο καθηγητής Νουριέλ Ρουμπινί, σε άρθρο του στο Project Syndicate. Η αξιολόγηση του Ισραήλ για την απειλή που θέτει το Ιράν έχει αλλάξει δραματικά τους τελευταίους μήνες. Δεν είναι μόνο οι απόψεις του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και των (ακρο)δεξιών συμμάχων του που έχουν σκληρύνει. Βασικοί ηγέτες της κεντροαριστερής αντιπολίτευσης - όπως ο Μπένι Γκαντζ και ο Γιαΐρ Λαπίντ - υποστηρίζουν επίσης ότι το Ισραήλ πρέπει να προχωρήσει περισσότερο απ' ό,τι έπραξε με τα πρόσφατα χτυπήματά του. Είτε κάποιος συμφωνεί είτε όχι με την εκτίμηση του Ισραήλ, υπάρχει πλέον συναίνεση εκεί ότι το ιρανικό καθεστώς αντιπροσωπεύει έναν άμεσο, σαφή και παρόντα κίνδυνο. Καθώς οι πληρεξούσιοι του Ιράν – η Χαμάς στην Παλαιστίνη, η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, οι Χούθι στην Υεμένη και οι σιιτικές πολιτοφυλακές σε Ιράκ και Συρία – συνεχίζουν να επιτίθενται στο Ισραήλ, οι Ισραηλινοί ηγέτες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα στην πηγή του. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει στόχευση ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων και εξάλειψη των κορυφαίων στρατιωτικών και πολιτικών ηγετών του ισλαμιστικού καθεστώτος της Τεχεράνης, όπως έχει ήδη κάνει το Ισραήλ έναντι της Χαμάς και της Χεζμπολάχ, υπογραμμίζει ο Ρουμπινί.
Εξαλείφοντας την ηγεσία της Χεζμπολάχ και καταστρέφοντας πολλές από τις επιθετικές της ικανότητες, οι Ισραηλινοί έχουν διαβρώσει σημαντικά την αποτρεπτική μόχλευση που είχε το Ιράν απέναντι στο Τελ Αβίβ. Λόγω αυτής της ριζικής αλλαγής στη σχετική ισορροπία δυνάμεων, το Ιράν έχει μόνο μία αποτελεσματική επιλογή για να αποτρέψει το Ισραήλ τώρα που ακόμη και οι επιθετικοί πύραυλοι και άλλα όπλα του δεν έχουν προκαλέσει ουσιαστική ζημιά: μια ανάπαυλα για να αναπτύξει την ικανότητά του για πυρηνικά όπλα. Δεδομένου ωστόσο ότι το Ισραήλ θεωρεί ένα πυρηνικά οπλισμένο Ιράν ως υπαρξιακή απειλή, δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να επιτεθεί στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις (καθώς και στην κορυφή της ιρανικής ηγεσίας) προτού το Ιράν κατασκευάσει έστω και ένα πυρηνικό όπλο.
Πρόσθετες ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές είναι πολύ πιθανές, ανεξάρτητα από το πόση αυτοσυγκράτηση δείχνει το Ιράν. Ενώ μια νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ μπορεί να δώσει στο Ισραήλ ένα πιο ξεκάθαρο πράσινο φως για να χτυπήσει το Ιράν, μια νίκη της Κάμαλα Χάρις μπορεί να μην μπορέσει να εμποδίσει το Ισραήλ να αντιμετωπίσει εκείνο που αντιλαμβάνεται ως υπαρξιακή απειλή, εκτιμά ο καθηγητής.
Εάν το Ισραήλ αρχίσει να κλιμακώνει σταδιακά τις επιθέσεις του στο Ιράν, πιθανώς μετά από νέες ιρανικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ, οποιαδήποτε αμερικανική κυβέρνηση αναπόφευκτα θα συνέχιζε να το υποστηρίζει, είτε άμεσα είτε έμμεσα. Το αν το Ισραήλ έχει τις δυνατότητες να καταστρέψει το μεγαλύτερο μέρος του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν ή να επισπεύσει την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν δεν έχει σημασία. Ακόμη και περιορισμένη ζημιά στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα μπορούσε να ανακόψει τις πυρηνικές του φιλοδοξίες κατά μερικά χρόνια και να δημιουργήσει την αποτροπή που επιθυμεί το Ισραήλ.
Η πιθανότητα κλιμάκωσης τις επόμενες εβδομάδες και μήνες σημαίνει ότι θα υπάρξουν οικονομικοί και χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι προς διαχείριση. Ένα αρκετά μεγάλο ισραηλινό χτύπημα στο Ιράν θα μπορούσε να διαταράξει σοβαρά την παραγωγή ενέργειας και τις εξαγωγές από τον Αραβοπερσικό Κόλπο. Εάν το Ιράν απελπιστεί, θα μπορούσε να προσπαθήσει να ναρκοθετήσει τον Κόλπο και να μπλοκάρει τα στενά του Ορμούζ, ενώ παράλληλα θα χτυπήσει πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Σαουδικής Αραβίας. Σε αυτό το σενάριο, ο κόσμος θα βίωνε στασιμοπληθωριστικά σοκ παρόμοια με εκείνα που ακολούθησαν τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ του 1973 και την ιρανική επανάσταση του 1979, τονίζει ο γνωστός καθηγητής.
Αυξήσεις της τιμής του πετρελαίου θα ήταν καταστροφή για την παγκόσμια οικονομία και την ευημερία δισεκατομμυρίων ανθρώπων και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να σκεφτούν μέτρα για να αμβλύνουν το πλήγμα. Θα βοηθούσε εάν μια μεγάλη σύγκρουση ήταν όσο το δυνατόν πιο σύντομη. Το Ισραήλ θα χρειαζόταν να χτυπήσει το Ιράν εξαιρετικά σκληρά και με ακρίβεια αντί να μπει σε μια πολεμική προσπάθεια πολλών μηνών. Θα πρέπει να αναπτυχθούν γρήγορα ναρκαλιευτικά (του είδους που διαθέτει η Ιαπωνία) για να καθαρίσουν τον Κόλπο όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να παράσχουν στη Σαουδική Αραβία προηγμένες αμυντικές τεχνολογίες – όπως και πρόσθετα αντιπυραυλικά συστήματα Patriot – για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος το Ιράν να καταστρέψει τις εγκαταστάσεις παραγωγής και παράδοσης πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας. Το δε αραβικό βασίλειο πρέπει να αυξήσει μαζικά την παραγωγή πετρελαίου του και τις εξαγωγές του πλεονάζοντος δυναμικού του για να μειώσει οποιαδήποτε πιθανή παγκόσμια άνοδο των τιμών, ενώ οι ΗΠΑ και άλλες δυνάμεις θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τα στρατηγικά τους αποθέματα πετρελαίου για να μετριάσουν περαιτέρω τον αντίκτυπο.
Οι κυβερνήσεις στις προηγμένες οικονομίες και τις αναδυόμενες αγορές μπορούν επίσης να εισαγάγουν προσωρινές δημοσιονομικές επιδοτήσεις για τους καταναλωτές ενέργειας – όπως αυτές που εφαρμόστηκαν μετά την άνοδο των τιμών μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022. Οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να ανταποκριθούν σε οποιοδήποτε στασιμοπληθωριστικό σοκ διατηρώντας τα επιτόκια πολιτικής σταθερά ή ακόμα και μειώνοντάς τα.
Με τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό καλά "αγκυρωμένες" (σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1970), οι κεντρικές τράπεζες δεν πρέπει να αντιδράσουν υπερβολικά με μέτρα νομισματικής σύσφιξης ως απάντηση σε ένα σοκ λογικά θα αποδειχθεί προσωρινό (θα διαρκέσει περίπου μερικούς μήνες). Φυσικά, δεδομένου ότι μια πλήρους κλίμακας ισραηλινή επίθεση στο Ιράν θα ήταν πολύ επικίνδυνη, μια κυβέρνηση Χάρις πιθανότατα θα συμβούλευε σθεναρά εναντίον της. Εκτός από τις παγκόσμιες οικονομικές και χρηματοοικονομικές επιπτώσεις, η αποτυχία να καταστρέψει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν το μόνο που θα επιτύγχανε θα ήταν να ενισχύσει την απόφαση του καθεστώτος να προσπαθήσει να αναπτύξει ένα πυρηνικό όπλο.
Η επιτυχία, ωστόσο, θα μπορούσε να αποφέρει σημαντικά μερίσματα. Το ιρανικό καθεστώς –μια μακροχρόνια πηγή μεγάλης αστάθειας στη Μέση Ανατολή– θα αποδυναμωνόταν σοβαρά και, εάν το Ιράν αποδυναμωθεί σοβαρά, το ίδιο θα πάθουν και οι πληρεξούσιοί του σε ολόκληρη την περιοχή.
Πράγματι, υπογραμμίζει ο Ρουμπινί, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει μια επανάσταση του λαού στο Ιράν μετά από μεγάλης κλίμακας ισραηλινές επιθέσεις. Το καθεστώς είναι ήδη αδύναμο, αντιδημοφιλές και έχει οδηγήσει σε αγανάκτηση τους περισσότερους Ιρανούς. Εάν πέσει, αυτό θα μπορούσε να βελτιώσει τις συνθήκες για την επίτευξη εκεχειρίας στη Γάζα, την ομαλοποίηση των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας και τελικά για συνομιλίες για μια λύση δύο κρατών σε Ισραήλ-Παλαιστίνη. Έτσι, μια ισραηλινή επίθεση εναντίον του Ιράν είναι μια στρατηγική υψηλού κινδύνου και υψηλών ανταμοιβών που θα μπορούσε να οδηγήσει είτε σε παγκόσμια οικονομική καταστροφή, είτε σε αναμόρφωση της Μέσης Ανατολής προς το καλύτερο.
Σε κάθε περίπτωση, έτσι βλέπουν τα πράγματα οι Ισραηλινοί, ενώ είναι πιθανές και περαιτέρω ιρανικές προκλήσεις κατά του Ισραήλ. Ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί κανείς με την εκτίμησή τους, μια κλιμάκωση της σύγκρουσης είναι πολύ πιθανή, καταλήγει ο καθηγητής.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!