Με αφορμή τις πυρκαγιές που βρίσκονται σε εξέλιξη και σχετικά ερωτήματα που διατυπώθηκαν, το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων επισημαίνει την υποχρέωση των εργοδοτών να λαμβάνουν μέτρα για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων ώστε να μην τίθεται σε κίνδυνο η υγεία τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
Στις υποχρεώσεις αυτές περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η παροχή μέσων ατομικής προστασίας όπου χρειάζεται, η μέριμνα ιδίως για εργαζόμενους που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, η απαγόρευση χρήσης ανυψωτικών μηχανημάτων σε καιρικές συνθήκες που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την ευστάθειά τους.
Υπενθυμίζεται επίσης ότι σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία, όταν η επιχείρηση λειτουργεί κανονικά και κάποιος εργαζόμενος δεν κατορθώσει να μεταβεί στην εργασία του, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, λόγω ανωτέρας βίας, του οφείλεται ο μισθός της ημέρας εκείνης.
Οι όποιες καταγγελίες γίνουν στην Επιθεώρηση Εργασίας για την παραβίαση των μέτρων ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων θα εξετάζονται αμέσως, τονίζει στην ανακοίνωσή του το υπ. Εργασίας.
Αδεια ανωτέρας βίας
Επίσης, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα να απουσιάσουν από την εργασία τους με αποδοχές, έως δύο φορές τον χρόνο από μία εργάσιμη ημέρα κάθε φορά, για λόγους ανωτέρας βίας, σύμφωνα με το άρθρο 30 του Ν. 4808/2021
Αποδοχές και δικαιώματα εργαζόμενου
Σύμφωνα με τον δικηγόρο-εργατολόγο Γιάννη Καρούζο, ανωτέρα βία θεωρείται κάθε γεγονός τυχερό και απρόβλεπτο που δεν μπορεί να αποτραπεί ακόμη και με την επίδειξη άκρας επιμέλειας και σύνεσης. Τέτοια περιστατικά έχουν κριθεί ότι είναι ο σεισμός, ακραία καιρικά φαινόμενα κλπ. Η ανωτέρα βία, αναφέρεται σε ένα περιορισμένο σύνολο ακραίων συμβάντων. Αυτά περιλαμβάνουν τις φυσικές καταστροφές (πλημμύρες, σεισμοί, τυφώνες, εκρήξεις ηφαιστείων κλπ), αλλά μπορεί να καλύπτουν και άλλες ιδιαιτέρως αναπόδραστες (ανθρωπογενείς) καταστάσεις. Ως εκ τούτου, η ανωτέρα βία αφορά μια εξωτερική δύναμη που εμποδίζει το πρόσωπο να εκπληρώσει υποχρέωσή του και δεν του αφήνει κανέναν εναλλακτικό τρόπο δράσης.
Σύμφωνα με την νομοθεσία, διακοπή των συγκοινωνιών και επικινδυνότητα όλων των δρόμων, και όχι μόνο των κεντρικών οδικών αρτηριών, εξαιτίας της σφοδρής κακοκαιρίας, αποτελεί τυπική περίπτωση σπουδαίου λόγου, που δικαιολογεί, σύμφωνα με την καλή πίστη, τη μη παροχή της εργασίας.
Εφόσον υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, το δικαίωμα στις αποδοχές της ημέρας κακοκαιρίας θεμελιώνεται όταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, να μεταβεί στην εργασία του.
Επίσης το δικαίωμα αυτό διατηρείται και όταν η επιχείρηση δεν λειτούργησε κανονικά επειδή ο εργοδότης διέκοψε τη λειτουργία της χωρίς να λάβει τα απαιτούμενα «μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης». Ως εκ τούτου, ο εργαζόμενος που δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην επιχείρηση, της οποίας τη λειτουργία διέκοψε ο εργοδότης την ημέρα της κακοκαιρίας λόγω της εκτίμησής του, δικαιούται κανονικά τις αποδοχές της ημέρας αυτής.
Για να απαλλαγεί ο εργοδότης από αυτή την υποχρέωση είναι η επιχείρηση να είναι αδύνατον να λειτουργήσει κατά αντικειμενική κρίση.
Δέον να σημειωθεί ότι την ημέρα κατά την οποία ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε να εργαστεί λόγω έκτακτων καιρικών φαινομένων, ο εργοδότης δεν μπορεί να δηλώσει αυθαίρετα την εν λόγω ημέρα ως κανονική άδεια.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!