Διάλειμμα 15 λεπτών ανά δίωρο εργασίας μπροστά σε ηλεκτρονικό υπολογιστή θα μπορούν να κάνουν οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Οι υπάλληλοι που δουλεύουν μπροστά από οθόνες για περισσότερο από δύο ώρες θα πρέπει να διακόπτουν την εργασία τους, είτε για διάλειμμα 15 λεπτών, είτε για να ασχοληθούν σε εργασία εκτός υπολογιστή, σύμφωνα με την απόαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εάν αυτό δεν συμβαίνει, τότε μπορούν να διεκδικήσουν αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο δικαίωσε εργαζόμενο διοικητικό υπάλληλο στο ΓΝ «Αττικόν» ο οποίος εργαζόταν «πλήρως και αποκλειστικά ενώπιον οθόνης ηλεκτρονικού υπολογιστή» χωρίς διαλείμματα και του αναγνώρισε χρηματική αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη.
Ο υπάλληλος διορίστηκε τον Ιανουάριο του 2008 στο νοσοκομείο και εργαζόταν «πλήρως και αποκλειστικά ενώπιον οθόνης ηλεκτρονικού υπολογιστή» στο λογιστήριο του νοσοκομείου. Μετά την αποχώρησή του προσέφυγε στα Διοικητικά Δικαστήρια υποστηρίζοντας ότι η διοίκηση τού νοσοκομείου όλα αυτά τα χρόνια που εργαζόταν σε αυτό, δεν τήρησε την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία (οδηγία 90/270/ΕΟΚ, και Π.Δ. 398/1994) για «την ασφάλεια στην εργασία και την προστασία της υγείας των εργαζομένων» και ουδέποτε του χορηγήθηκε προβλεπόμενο ανά δίωρο διάλειμμα, αλλά ούτε ανά δύο ώρες εναλλακτικά απασχολήθηκε σε καθήκοντα χωρίς χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ακόμα, υποστήριξε ότι κάθε μέρα έχανε 60 λεπτά διαλείμματα, δηλαδή έχανε ημερησίως χρόνο κατά τον οποίο θα έπρεπε να αναπαύεται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να του οφείλεται αποζημίωση, το ποσό που θα ελάμβανε κάποιος άλλος υπάλληλος ο οποίος θα τον αντικαθιστούσε το χρόνο των διαλειμμάτων. Παράλληλα, αξίωσε και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη «εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς του νοσοκομείου, συνεπεία της παροχής της εργασίας του υπό συνθήκες έκθεσης της υγείας του σε κίνδυνο».
Το ΣτΕ αναφέρει ότι η διοίκηση του νοσοκομείου, με την ιδιότητα του εργοδότη, παρέλειψε, να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις του Π.Δ. 398/1994 για τις προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων και δεν τήρησε την υποχρέωση «να προβεί σε ανάλυση και να αξιολογήσει τις θέσεις εργασίας και, μετά από διαβουλεύσεις με τους εργαζομένους ή και τους εκπροσώπους τους, να προβεί στο σχεδιασμό της δραστηριότητας των εργαζομένων, της κατηγορίας του ενάγοντος, ο οποίος χρησιμοποιούσε επί καθημερινής βάσεως πλήρως και αποκλειστικά οθόνη ηλεκτρονικού υπολογιστή, με τρόπο ώστε να εναλλάσσεται ανά δίωρο και για διάστημα μέχρι 15 λεπτών η εργασία αυτού ενώπιον της οθόνης, ανάλογα με τις ειδικότερες συνθήκες απασχόλησής του, είτε με ανάθεση σε αυτόν άλλης δραστηριότητας είτε με τη χορήγηση διαλείμματος».
Στη συνέχεια το ΣτΕ αναφέρει ότι «ο χρόνος αυτός των ολιγόλεπτων διακοπών αποτελεί χρόνο εργασίας, εντός του νόμιμου ωραρίου του εργαζομένου, και όχι χρόνο ανάπαυσης αυτού, επιπλέον του ωραρίου απασχόλησής του, για τον οποίο ο εργαζόμενος, εφόσον μη νομίμως δεν του έχει χορηγηθεί ολιγόλεπτο διάλειμμα εργασίας, θα εδικαιούτο πρόσθετης αμοιβής». Η παράνομη παράλειψη του νοσοκομείου να ρυθμίσει το θέμα των διαλειμμάτων και τη λήψη των προβλεπόμενων αναγκαίων προστατευτικών και προληπτικών μέτρων για τους εργαζόμενους (εξέταση ματιών και όρασης κατά τακτά χρονικά διαστήματα, χρήση ειδικών γυαλιών, κ.λπ.), συνιστά έκθεση της υγείας των εργαζομένων σε κίνδυνο, για «την οποία αυτός θα εδικαιούτο εύλογης χρηματικής ικανοποίησης», αναφέρει το ΣτΕ.
Κατόπιν αυτών, το ΣτΕ ανέπεμψε την υπόθεση στα Διοικητικά Δικαστήρια για να προσδιορίσουν το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη που υπέστη ο εργαζόμενος και απέρριψε όλους τους άλλους ισχυρισμούς του.
Όλη η Απόφαση του ΣτΕ 540/2021
(Πρόεδρος: Ι. Γράβαρης - Εισηγητής: Κ. Φιλοπούλου)
1. Πιλοτική δίκη κατά το άρθρο 1 του ν. 3900/2010. Με εκκρεμή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου αγωγή, που εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με την 8/2019 πράξη της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, ο ενάγων, πρώην υπάλληλος του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου «ΑΤΤΙΚΟΝ» ζητούσε να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο οφείλει να του καταβάλει για ορισμένο χρονικό διάστημα, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα και, επικουρικώς, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, τα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά, αφενός ως αποζημίωση για την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς του, μη τήρηση εκ μέρους του εναγομένου των προβλεπόμενων στο π.δ. 398/1994 ελάχιστων προδιαγραφών ασφάλειας και υγείας κατά την εργασία με οθόνες οπτικής απεικόνισης, και, ειδικότερα, για την παράνομη παράλειψη χορήγησης του προβλεπόμενου στο εν λόγω προεδρικό διάταγμα (άρθρα 8 και 11) ολιγόλεπτου διαλείμματος ανά δίωρο απασχόλησης ενώπιον οθόνης ηλεκτρονικού υπολογιστή, αφετέρου ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη, εξαιτίας της μη τήρησης των ως άνω προστατευτικών της υγείας του διατάξεων.
2. Με την 540/2021 απόφαση του Στ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε επταμελή σύνθεση, κρίθηκε ότι αντικείμενο των διατάξεων των άρθρων 1 έως 3 της Οδηγίας 90/270/ΕΟΚ και των αντίστοιχων διατάξεων του εκδοθέντος σε εφαρμογή της π.δ. 398/1994, ερμηνευομένου υπό το φως του κειμένου και του σκοπού της Οδηγίας, οι οποίες είναι εφαρμοστέες και για την υγιεινή και ασφάλεια εργασίας του εν γένει προσωπικού του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου, είναι η θέσπιση των ελάχιστων προδιαγραφών που πρέπει να τηρούνται από τον εργοδότη για να προστατευθεί η υγεία κάθε εργαζομένου ο οποίος χρησιμοποιεί «τακτικά και κατά ένα μη αμελητέο τμήμα της κανονικής του εργασίας» εξοπλισμό με «οθόνη οπτικής απεικόνισης» (άρθρα 2 στοιχ. γ της Οδηγίας και 2 παρ. 3 του π.δ. 398/1994). Ειδικότερα δε, σε σχέση με τον χρόνο εργασίας ενώπιον οθόνης οπτικής απεικόνισης, με την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 12.12.1996 (επί των υποθέσεων C - 74/95 και C - 129/95) κρίθηκε ότι, εφόσον η Οδηγία δεν παρέχει διευκρίνιση ως προς το τί νοείται ως χρησιμοποίηση, «τακτικά και κατά ένα μη αμελητέο τμήμα της κανονικής [...] εργασίας», εξοπλισμού με οθόνη οπτικής απεικόνισης, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχ. γ αυτής, το μη αμελητέον του χρόνου του εργαζομένου ενώπιον της οθόνης εργασίας εκτιμάται σε συνάρτηση με την κανονική εργασία του συγκεκριμένου εργαζομένου, και ότι δεδομένης της ασάφειας της Οδηγίας ως προς τον ορισμό αυτόν, στα κράτη - μέλη εναπόκειται να διευκρινίσουν το περιεχόμενο της εν λόγω διάταξης κατά τη θέσπιση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο.
Εφόσον, όμως, ούτε και στο ως άνω π.δ. 398/1994 περιέχεται διευκρίνιση ως προς τον αναφερόμενο στο άρθρο 2 αυτού αντίστοιχο ορισμό (χρησιμοποίηση, από κάθε εργαζόμενο, «τακτικά και κατά ένα μη αμελητέο τμήμα της κανονικής του εργασίας» της οθόνης), το εάν ο χρόνος που περνά ο εργαζόμενος ενώπιον της εν λόγω συσκευής είναι «μη αμελητέος» ή σημαντικός εναπόκειται στην εκτίμηση του εθνικού δικαστή σε συνάρτηση με τις γενικότερες συνθήκες απασχόλησης του συγκεκριμένου εργαζομένου. Περαιτέρω, κατά τα κριθέντα, στο πλαίσιο της επιβεβλημένης τήρησης των ελάχιστων προδιαγραφών προστασίας της υγείας των εργαζομένων σε οθόνες οπτικής απεικόνισης, καθιερώνεται από τις ανωτέρω διατάξεις αφενός η υποχρέωση του εργοδότη να προβαίνει σε ανάλυση των θέσεων εργασίας, αξιολογώντας τις συνθήκες ασφάλειας και υγείας που παρουσιάζουν για τους εργαζομένους του, ιδίως σε σχέση με το ενδεχόμενο κινδύνων για την όραση και για πνευματική καταπόνηση ή σωματικά (μυοσκελετικά) προβλήματα (άρθρα 3 της Οδηγίας και 3 του π.δ. 398/1994) και αφετέρου το δικαίωμα των εργαζομένων να υποβάλλονται σε κατάλληλη εξέταση των ματιών και της όρασης τόσο κατά την πρόσληψη όσο και κατά κανονικά χρονικά διαστήματα κατόπιν αλλά και στην περίπτωση ενοχλήσεων στην όρασή τους ή το μυοσκελετικό σύστημα, καθώς και το δικαίωμά τους να λαμβάνουν και ειδικά γυαλιά ανάλογα με την εκάστοτε εργασία και εφόσον τα αποτελέσματα των σχετικών εξετάσεων το καθιστούν αναγκαίο (άρθρα 9 της Οδηγίας και 10 του ως άνω προεδρικού διατάγματος).
Περαιτέρω, κρίθηκε ότι ως ειδικότερη προδιαγραφή προστασίας της υγείας των εργαζομένων σε οθόνες οπτικής απεικόνισης καθιερώνεται από τις ανωτέρω διατάξεις της Οδηγίας και του προεδρικού διατάγματος και η υποχρέωση - και όχι ευχέρεια - του εργοδότη να σχεδιάζει τη δραστηριότητα του εργαζομένου με τέτοιο τρόπο, ώστε η καθημερινή εργασία σε οθόνες οπτικής απεικόνισης να διακόπτεται είτε με αλλαγή δραστηριότητας του εργαζομένου, και μάλιστα κατά κύριο λόγο και πρωταρχικά (βλ. Παράρτημα Ι, άρθρο 4 παρ. 1 π.δ. 398/1994), είτε, εναλλακτικά, εφόσον δηλαδή δεν είναι εφικτή η αλλαγή αυτή, με διαλείμματα, σε κάθε δε περίπτωση ο χρόνος απομάκρυνσης του εργαζομένου από τη θέση του εργασίας με οθόνη οπτικής απεικόνισης, οριοθετούμενος από το εν λόγω προεδρικό διάταγμα ως προς το μέγιστο όριό του, πρέπει να είναι διάρκειας έως 15 λεπτών ανά δίωρο απασχόλησης ενώπιον της οθόνης, ο δε εργοδότης υποχρεούται -χωρίς να απαιτείται, προς ενεργοποίησή της, αντίστοιχη πρωτοβουλία από μέρους των εργαζομένων- να διαβουλεύεται με τους εργαζομένους ή τους εκπροσώπους τους, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικότερα καθήκοντα των επιμέρους θέσεων εργασίας και τους ενδεχόμενους κινδύνους κάθε θέσης (ως προς την όραση, τα λοιπά σωματικά προβλήματα και την πνευματική καταπόνηση) καθώς και τον τρόπο οργάνωσης της εργασίας συνολικά.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, κρίθηκε ότι η παράλειψη του εργοδότη προς λήψη όλων των κατά το π.δ. 398/1994 προστατευτικών μέτρων, και ειδικότερα η παράλειψή του να προβεί, μετά από διαβουλεύσεις, στην αξιολόγηση και την οργάνωση της δραστηριότητας των εργαζομένων, οι οποίοι απασχολούνται τακτικά και κατά μη αμελητέο τμήμα της κανονικής τους εργασίας ενώπιον οθόνης οπτικής απεικόνισης και να προβλέψει είτε εναλλακτικούς τρόπους εργασίας είτε είτε, αν τούτο δεν είναι εφικτό, διαλείμματα, ανά δίωρο απασχόλησης ενώπιον οθόνης, που να περιορίζουν τον φόρτο ενώπιον της οθόνης για χρονικό διάστημα, κάθε φορά, μέχρι 15 λεπτών, είναι παράνομη και συνεπάγεται υποχρέωση προς αποζημίωση του εργαζομένου, κατά τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ, εφόσον αυτός ισχυρισθεί και αποδείξει ότι, εξαιτίας της παράλειψης λήψης των προστατευτικών αυτών μέτρων, υπέστη συγκεκριμένη βλάβη της σωματικής του υγείας.
Περαιτέρω, όμως, κρίθηκε ότι, και ανεξάρτητα από την απόδειξη της επέλευσης συγκεκριμένης βλάβης της υγείας του, ο εργαζόμενος που απασχολείται υπό τις προεκτεθείσες συνθήκες ενώπιον οθόνης οπτικής απεικόνισης, εφόσον, κατά παράβαση του νόμου, δεν έχουν ληφθεί από τη Διοίκηση τα επιβαλλόμενα, κατά τ’ ανωτέρω, προστατευτικά μέτρα (ανάλυση θέσεων, αξιολόγηση και εκτίμηση των επιπτώσεων από την αδιάλειπτη χρήση οθόνης, ρύθμιση του τρόπου διακοπής της συνεχούς εργασίας ενώπιον αυτής, ενημέρωση για ενδεχόμενες βλάβες στην υγεία, εξασφάλιση της διενέργειας προληπτικών εξετάσεων για τη διερεύνηση πιθανών επιπτώσεων στην υγεία από τις συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας), δικαιούται, πάντως, αποζημιώσεως για ηθική βλάβη, συνισταμένη στην εξαιτίας της παράλειψης έκθεση της υγείας του στους αντίστοιχους κινδύνους.
Μειοψηφία ενός συμβούλου, που υποστήριξε ότι αναγκαία προϋπόθεση για τη στοιχειοθέτηση ηθικής βλάβης του εργαζομένου από την κατά τα ανωτέρω παράλειψη λήψης των προβλεπόμενων, προστατευτικών της υγείας του μέτρων και ειδικότερα από τη μη πρόβλεψη τρόπων διακοπής της συνεχούς εργασίας του ενώπιον της οθόνης, αποτελεί, επιπλέον, και η επιμέλεια και πρωτοβουλία του ίδιου του εργαζομένου να θέσει και αυτός υπόψη των αρμόδιων οργάνων του εργοδότη ότι η καθημερινή του εργασία ενώπιον οθόνης οπτικής απεικόνισης είναι συνεχής και χωρίς εναλλακτικές δραστηριότητες και, ως εκ τούτου, απειλεί την υγεία του.
Μειοψηφία ενός συμβούλου, που διατύπωσε τη γνώμη ότι το άρθρο 8 του προαναφερθέντος π.δ. ναι μεν θέτει ως προϋπόθεση εφαρμογής του διαλείμματος τη διαβούλευση μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, πλην όμως αφήνει σχετική ελευθερία ως προς την επιλογή του τρόπου συμμόρφωσης (διάλειμμα είτε αλλαγή δραστηριότητας), ανάλογα με τις ειδικότερες συνθήκες της επιχείρησης, αλλά και του χρόνου διάρκειας του διαλείμματος, ο οποίος στο παράρτημα Ι άρθρ. 4 του άνω π.δ. οριοθετείται μόνο ως προς το μέγιστο όριό του (15λεπτο) και όχι ως προς το ελάχιστο, ενώ, η διάταξη αυτή δεν οργανώνει το σύστημα με το οποίο γίνεται η διαβούλευση και απαιτείται συνεπώς, ως προς το ζήτημα αυτό, προσφυγή στις διατάξεις που ρυθμίζουν το σύστημα διαβούλευσης, και συγκεκριμένα στις ισχύουσες κατά το ένδικο χρονικό διάστημα διατάξεις του ν. 2738/1999. Κατά την μειοψηφούσα αυτή άποψη, κατ' εφαρμογή και των διατάξεων των άρθρων 2, 3 παρ. 2 γ και 5 του ν. 2738/1999, δεν συντρέχει καμία παράνομη παράλειψη του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. να προβεί ειδικότερα στις οφειλόμενες διαβουλεύσεις, εφόσον η συνδικαλιστική οργάνωση που εκπροσωπεί τους εργαζόμενους υπαλλήλους, εν γνώσει των συνθηκών απασχολήσεώς τους, δεν έχει κινήσει τη διαδικασία διαβούλευσης, προφανώς λόγω ανυπαρξίας συνθηκών εντάσεως εργασίας ενώπιον οθόνης που να απαιτούν σχεδιασμό διαλειμμάτων.
3. Ακολούθως, κατά τα κριθέντα από το Δικαστήριο, από τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4210/2013, με τις οποίες, μετά και τη γενικευμένη, ήδη κατά το χρόνο εκείνο, χρήση υπολογιστή στα πλαίσια λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης, καταργήθηκε αφενός, ρητώς, η κατά το άρθρο 50 παρ. 6 του δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα (ν. 3528/2007) ειδική άδεια μιάς ημέρας ανά δίμηνο, που χορηγείτο στους υπαλλήλους εν γένει του Δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που χειρίζονταν ηλεκτρονικό υπολογιστή ως κίνητρο γνώσης και χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, και αφετέρου, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, και η προβλεφθείσα από τον κυρωτικό ν. 1876/1990 άδεια μίας ημέρας ανά δίμηνο ειδικά για τους εργαζομένους στα Μηχανογραφικά Κέντρα του δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των ο.τ.α., ουδόλως επηρεάζονται οι ανωτέρω διατάξεις του π.δ. 398/1994, οι οποίες, ως εκ του σκοπού και του περιεχομένου τους, δεν ρυθμίζουν το ίδιο ζήτημα με αυτό των καταργηθεισών διατάξεων της παραγράφου 6 του άρθρου 50 του Υπαλληλικού Κώδικα, απορριπτομένου ως αβάσιμου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του εναγόμενου Νοσοκομείου.
4. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μετά την επίλυση του ζητήματος για το οποίο εισήχθη η υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας και των αμέσως προς αυτό συνδεόμενων ως άνω ζητημάτων παραδεκτού και νόμω βασίμου της κρινόμενης αγωγής, η τελευταία παραπέμφθηκε, κατ’ άρθρ. 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, προς οριστική κρίση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, στο οποίο απόκειται να ερευνήσει περαιτέρω κατ’ ουσίαν την υπόθεση, διατάσσοντας, ενδεχομένως, εφόσον κριθεί αναγκαίο, και συμπλήρωση των αποδείξεων, προκειμένου να διαπιστωθούν οι ειδικότερες συνθήκες απασχόλησης του ενάγοντος, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, ενώπιον οθόνης ηλεκτρονικού υπολογιστή καθώς και να επιβεβαιωθεί ή όχι η παράλειψη ρύθμισης του τρόπου διακοπής της εργασίας του ενώπιον της οθόνης (εναλλακτική δραστηριότητα ή λειτουργικά διαλείμματα) και λήψης και των λοιπών, προστατευτικών της υγείας του μέτρων (ενημέρωση για ενδεχόμενες βλάβες στην υγεία, διενέργεια προληπτικών εξετάσεων, χορήγηση ειδικών γυαλιών σε περίπτωση ανάγκης), οπότε, εάν στοιχειοθετείται πράγματι η παράλειψη του εναγομένου προς λήψη των ανωτέρω προστατευτικών μέτρων, κατά παράβαση των οριζομένων στο π.δ. 398/1994, και συντρέχει, εξαιτίας αυτής, και ηθική βλάβη του ενάγοντος, να προσδιορισθεί η υποχρέωση καταβολής σε αυτόν εύλογης χρηματικής ικανοποίησης, κατά την ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου (με μειοψηφία).
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!