Συμμετοχή των ΑΠΕ στο 82% στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2030 ή και νωρίτερα και 45% στην κατανάλωση προβλέπει το νέο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ που βγήκε χθες σε διαβούλευση.
Στο πλαίσιο των στρατηγικών του ΕΣΕΚ προβλέπεται η συνολική ισχύς των συστημάτων αποθήκευσης με συσσωρευτές σε 4,3 GW και τα συστήματα αποθήκευσης με αντλησιοταμίευση στα 1,7 GW έως το έτος 2030 και στα 5,5 GW, έως το έτος 2050, με τη συνολική χωρητικότητα των έργων να είναι της τάξης των 11GWh.
Επίσης, προβλέπει η συνολική παραγωγή βιομεθανίου να ανέλθει στις 2,1 TWh το έτος 2030, στις 3,6 TWh το έτος 2040 και στις 4,6 TWh έτος 2050.
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ αναφέρει επίσης ότι, εξετάζεται η παραγωγή μέχρι το έτος 2030 ποσοτήτων πράσινου υδρογόνου της τάξεως της μιας TWh σε ετήσια βάση, η οποία θα χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή συνθετικής κηροζίνης και συνθετικής μεθανόλης.
►Διαβάστε επίσης: Φυσικό αέριο: Ξεκινά την 1η Οκτωβρίου η εμπορική λειτουργία του FSRU Αλεξανδρούπολης
Όπως αναφέρει «η διείσδυση των ΑΠΕ στο μείγμα της καθαρής εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής το έτος 2030 αναμένεται να ανέλθει ως μερίδιο συμμετοχής σχεδόν στο 82%, από το 42% για το έτος 2022, κάτι που οφείλεται αφενός στην αναμενόμενη περαιτέρω μείωση του κόστους των τεχνολογιών ΑΠΕ για ηλεκτροπαραγωγή, ιδιαίτερα φωτοβολταϊκών και αιολικών σταθμών, και αφετέρου στην απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων. Η αναμενόμενη αύξηση του κόστους παραγωγής των υπολοίπων συμβατικών μονάδων, λόγω της αύξησης του κόστους κτήσης δικαιωμάτων εκπομπών, καθιστά τις ΑΠΕ ιδιαίτερα ανταγωνιστικές ως προς τις συμβατικές μονάδες για την περίοδο μετά το έτος 2020. Για το έτος 2050, οι ΑΠΕ αναμένεται να συνεισφέρουν κατά 96% στο μείγμα της καθαρής εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής, ξεπερνώντας ως παραγωγή τα επίπεδα των 132,1 TWh, τα οποία είναι συγκριτικά υψηλότερα από τα αντίστοιχα του έτους 2030 (48,5 TWh) και του έτους 2022 (22,0 TWh). Ο στόχος διείσδυσης των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας επιτυγχάνεται με τον οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο για την εθνική οικονομία μέσω της σημαντικής αύξησης της συνεισφοράς αιολικών και φωτοβολταϊκών σταθμών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό συμβαίνει καθώς πρόκειται για τεχνολογίες που ήδη έχουν ιδιαίτερα χαμηλό σταθμισμένο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα άμεσα ανταγωνιστικό σε επίπεδο αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τις συμβατικές θερμικές μονάδες».
►Διαβάστε επίσης: Υπουργείο Ενέργειας: Ποια κυμαινόμενα τιμολόγια δεν παίρνουν επιδότηση τον Αύγουστο
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ δίνει έμφαση στην μείωση των εκπομπών από την ηλεκτροπαραγωγή καθώς περισσότερο από τα 2/3 της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μεταξύ των ετών 2020 και 2030 προέρχονται από τον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι μια επιλογή που συνάδει με τη διεθνή εμπειρία, καθώς στις περισσότερες χώρες η μείωση των εκπομπών στην ηλεκτροπαραγωγή είναι ταχύτερη από τους άλλους τομείς (κτίρια, βιομηχανία, μεταφορές κ.τ.λ.). «Η ηλεκτροπαραγωγή είναι επίσης υπεύθυνη για το μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών στη χώρα μας, άρα φυσιολογικά το ΕΣΕΚ να δίνει μεγάλη έμφαση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) είναι ο οδικός χάρτης της χώρας για την ενεργειακή μετάβαση. Το συγκεκριμένο σχέδιο εξυπηρετεί τρείς σκοπούς. Πρώτον, εξηγεί τη γενική στρατηγική για το πώς θα επιτύχει η χώρα την κλιματική ουδετερότητα έως το έτος 2050.
Δεύτερον, παρουσιάζει τις πολιτικές που θα διευκολύνουν στην επίτευξη του στόχου, με έμφαση το ενδιάμεσο στάδιο επίτευξης των στόχων το έτος 2030. Και τρίτον, ποσοτικοποιεί την πολιτική, δίνοντας έτσι μια εικόνα για τις κύριες τάσεις και τις τάξεις μεγέθους των διαφόρων μεταβλητών. Το παρόν κείμενο αποτελεί επικαιροποίηση του προσχεδίου του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, το οποίο υποβλήθηκε τον Οκτώβριο του έτους 2023 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ είναι μια υποχρέωση προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Αλλά είναι και μια ευκαιρία για την αναπροσαρμογή της εθνικής στρατηγικής στα νέα δεδομένα που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια.
Το ΥΠΕΝ έθεσε σε δημόσια διαβούλευση το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η οποία θα διαρκέσει μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου 2024.
Οι άξονες πολιτικής στην ηλεκτροπαραγωγή είναι οι παρακάτω:
- Συνεχής μείωση της παραγωγής από λιγνίτη, με στόχο τον μηδενισμό της μετά το έτος 2028.
- Σύνδεση των μη διασυνδεμένων νησιών στο διασυνδεδεμένο σύστημα μέχρι το έτος 2030.
- Οι ΑΠΕ να καλύπτουν λίγο χαμηλότερο μερίδιο από το 80% της ηλεκτροπαραγωγής ως το έτος 2030 (ή νωρίτερα) – με ένα σχετικά ισορροπημένο μείγμα μεταξύ ηλιακής και αιολικής ενέργειας.
- Μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων – όπου το δυναμικό της Ελλάδας είναι εξαιρετικό – με στόχο τα πρώτα έργα να είναι σε λειτουργία το έτος 2030.
- Ανάπτυξη επαρκούς ισχύος και χωρητικότητας συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες και αντλησιοταμίευση).
- Ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και λειτουργία ανταγωνιστικών αγορών ηλεκτρικής ενέργειας προς όφελος των καταναλωτών και της εθνικής οικονομίας.
- Ενεργή συμμετοχή των καταναλωτών στην αγορά μέσω, εκτός των άλλων, της ωρίμανσης του πλαισίου για την απόκριση ζήτησης (demand response).
- Περαιτέρω εξηλεκτρισμός στην τελική κατανάλωση ενέργειας με έμφαση στα κτίρια και τις μεταφορές, καθώς και στην προώθηση συστημάτων αυτοπαραγωγής από ΑΠΕ.
- Αξιοποίηση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ για την παραγωγή ανανεώσιμων καυσίμων.
- Νέες διεθνείς διασυνδέσεις, με έμφαση στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς την Ευρώπη για την απορρόφηση της περίσσιας ενέργειας και την ευκολότερη εξισορρόπηση του εθνικού συστήματος.
- Ψηφιοποίηση του δικτύου.
Όπως τονίζεται σχετικά στην εισαγωγή της διαβούλευσης:
"Η Ελλάδα έχει πραγματοποιήσει διαδοχικά άλματα στην ενεργειακή της μετάβαση τα τελευταία χρόνια έχοντας αναδειχθεί σε πρωτοπόρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχοντας υπερκαλύψει τους στόχους που είχαν τεθεί στο πρώτο ΕΣΕΚ το 2019, για τη διείσδυση των ΑΠΕ και τη μείωση των εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου. Για αυτό και είναι σε θέση, στο πλαίσιο του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, να θέσει πιο φιλόδοξους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους για το 2030 αρχικά, ενώ πλέον τίθενται στόχοι και για την περίοδο έως το 2050.
Στρατηγική επιδίωξη της Κυβέρνησης είναι η ελαχιστοποίηση του κόστους της ενεργειακής μετάβασης, προτάσσοντας τις ωριμότερες και φθηνότερες παρεμβάσεις για την επίτευξη των στόχων αυτών, με το μεγαλύτερο όφελος για την εθνική οικονομία, και πετυχαίνοντας τελικά μείωση του ενεργειακού κόστους για τους Έλληνες πολίτες.
Η εξέλιξη του ενεργειακού συστήματος για την περίοδο μέχρι το 2050, με βασικό ορόσημο το 2030, παρουσιάζεται αναλυτικά σε σχετικά κεφάλαια του αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, με τη χρήση δύο διεθνώς επιστημονικά αναγνωρισμένων ενεργειακών μοντέλων.»
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!