Μεγάλη ανησυχία επικρατεί σε Ελλάδα και Ευρώπη για το πού μπορεί να οδηγήσει τις τιμές ενέργειας και τον πληθωρισμό η νέα αλματώδης αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, καθώς οι διεθνείς συνθήκες επιδεινώνονται.
Το ενεργειακό κόστος στο περιβάλλον που δημιουργείται αναμένεται να αυξηθεί και να πλήξει περαιτέρω το εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αυξάνοντας τον πληθωρισμό.
Ταυτόχρονα η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο -με τη μείωση κατά 90% της χρήσης- έως το τέλος του 2022, δημιουργεί ακόμη έναν λόγο εκτόξευσης του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα.
Η ευρωπαϊκή πολιτική δίνει έμφαση στην ενεργειακή αυτονομία έναντι του βραχυπρόθεσμου κόστους για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Και η απόφαση του ΟΠΕΚ να αυξήσει την παραγωγή κατά 648.000 βαρέλια την ημέρα για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο δεν αρκεί για μια μακροπρόθεσμη πτωτική επίδραση στις τιμές πετρελαίου.
Η μείωση των ροών αερίου αυξάνει την αγωνία
Ο αγώνας δρόμου που πραγματοποιούν οι ευρωπαϊκές χώρες για να εξασφαλίσουν εναλλακτικές πηγές αερίου και να καταφέρουν να γεμίσουν τις αποθήκες κατά 80% μέχρι τον Νοέμβριο, δυσκολεύει μετά τη μείωση των ροών από τη Ρωσία.
Η ροή φυσικού αερίου μειώνεται συνεχώς προς την Ευρώπη και παρότι η Gazprom ισχυρίζεται ότι δεν το πράττει πολιτικά κινούμενη, αλλά λόγω προβλημάτων σε αγωγούς, οι τιμές του φυσικού αερίου εκτοξεύτηκαν κατά 75% από τη Δευτέρα μέχρι χθες.
Ειδικότερα η Gazprom επικαλέστηκε προβλήματα με τις επισκευές των τουρμπινών που παράγει η Siemens, κάτι το οποίο οφείλεται στις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία που άφησαν εγκλωβισμένο στο εξωτερικό εξοπλισμό-κλειδί για τη λειτουργία του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream. Ωστόσο, η αίσθηση όλων είναι ότι η στάση της Ρωσίας είναι πολιτική και θέλει να πιέσει την Ευρώπη.
Αυτό, εξάλλου, είπε και ο Ιταλός πρωθυπουργός χθες: «Τόσο η Γερμανία όσο κι εμείς, καθώς και άλλες χώρες, πιστεύουμε ότι πρόκειται για ψέματα. Στην πραγματικότητα, εκμεταλλεύονται πολιτικά το φυσικό αέριο όπως έκαναν και με τα σιτηρά», δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι.
Σημειώνεται ότι ο Nord Stream 1 θα κλείσει εντελώς κατά την ετήσια συντήρηση του αγωγού στις 11-21 Ιουλίου.
Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύει να διασφαλίσει ότι οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου σε όλο το μπλοκ των 27 κρατών θα είναι γεμάτες κατά 80% έως τον Νοέμβριο.
Η ιταλική κυβέρνηση δήλωσε ότι υπάρχουν όλα τα πιθανά μέτρα για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση εάν συνεχιστούν οι περικοπές προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία τις επόμενες ημέρες. Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επίσης εκπονήσει σχέδια έκτακτης ανάγκης.
Χτες αργά το απόγευμα, πάντως, εκπρόσωπος της Κομισιόν δήλωσε ότι «βάσει της ανταλλαγής πληροφοριών με τις εθνικές αρχές σήμερα (σ.σ. χτες) το πρωί, μέσω της ομάδας συντονισμού για το φυσικό αέριο, δεν υπάρχει ένδειξη άμεσου κινδύνου για την ασφάλεια του εφοδιασμού» και πρόσθεσε ότι οι Βρυξέλλες και οι εθνικές αρχές των χωρών παρακολουθούν στενά την κατάσταση.
Χτύπημα στους Ευρωπαίους πολίτες
Καθώς το κόστος ενέργειας δεν μπορεί να περιοριστεί και όλα δείχνουν ότι μπορεί να αυξηθεί περαιτέρω, θα πλήξει άμεσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην Ευρώπη.
Όπως αναφέρεται στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank, η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών επηρεάζεται σημαντικά από το κόστος ενέργειας, και ιδιαίτερα αυτά με χαμηλό εισόδημα θα υποστούν το μεγαλύτερο πλήγμα, αφού δαπανούν σχετικά μεγάλο ποσοστό του εισοδήματός τους στην ενέργεια.
Στη ζώνη του ευρώ (ΖτΕ), περίπου το 30% της συνολικής χρήσης ενέργειας αφορά στην τελική κατανάλωση των νοικοκυριών. Το υπόλοιπο περιλαμβάνει την ενέργεια που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μη ενεργειακών αγαθών και υπηρεσιών, δηλαδή αφορά την ενδιάμεση κατανάλωση. Στον βαθμό που οι παραγωγοί μη ενεργειακών αγαθών και υπηρεσιών προσαρμόσουν προς τα πάνω τις τελικές τους τιμές εξαιτίας της αύξησης των τιμών της ενέργειας και επομένως της αύξησης του κόστους παραγωγής τους, αυτό σημαίνει περαιτέρω άμεση μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.
Σε περίπτωση, όμως, που το κόστος αυτό δεν μετακυληθεί στις τελικές τιμές των σχετικών αγαθών, η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών θα επηρεαστεί έμμεσα, καθώς οι παραγωγοί σε αυτούς τους κλάδους είτε θα μειώσουν τους μισθούς, είτε θα διανείμουν χαμηλότερα κέρδη. Και στις δύο περιπτώσεις, τα νοικοκυριά -ιδιαίτερα του χαμηλού εισοδηματικού κλιμακίου- θα υποστούν το μεγαλύτερο πλήγμα, αφού δαπανούν σχετικά μεγάλο ποσοστό του εισοδήματός τους στην ενέργεια.
Δεδομένου ότι η ζήτηση για ενέργεια είναι ανελαστική, οι μεγάλες αυξήσεις των σχετικών τιμών συνεπάγονται εξασθένιση της αγοραστικής δύναμης, σχεδόν σε όλα τα εισοδηματικά κλιμάκια και ακολούθως επιβράδυνση του ρυθμού της οικονομικής μεγέθυνσης. Συνήθως, τα νοικοκυριά αντιδρούν με επιλεκτικές περικοπές δαπανών, ελαττώνοντας την κατανάλωση μη ενεργειακών αγαθών και υπηρεσιών ή χρησιμοποιώντας τμήμα των αποταμιεύσεών τους με σκοπό τη διατήρηση του βιοτικού τους επιπέδου. Η μισθολογική προσαρμογή, η οποία δύναται να καλύψει μερικώς ή πλήρως τον πληθωρισμό είναι επίσης ένα μέτρο αντιμετώπισης, ωστόσο, δεν είναι άμεσο και δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τα νοικοκυριά.
Η έκθεση τονίζει πως οι αρνητικές και ασύμμετρες επιπτώσεις, εξαιτίας των κραδασμών στην αγορά της ενέργειας, απαιτούν τα κατάλληλα μέτρα πολιτικής. Στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, είναι αδήριτη η ανάγκη οι κυβερνήσεις να μετριάσουν τις δυσμενείς επιπτώσεις των υψηλότερων τιμών της ενέργειας, καθώς τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος που ήδη αντιμετωπίζουν σημαντική οικονομική δυσπραγία θα μειώσουν τις αποταμιεύσεις ή θα καθυστερήσουν τις πληρωμές τους.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!