Εγκλωβισμένη στην εξάρτηση από τις τιμές χονδρεμπορικής η ελληνική βιομηχανία ασφυκτιά, κινδυνεύει με λουκέτα και χάνει τη διεθνή της ανταγωνιστικότητα.
Οι συνέπειες της εκτόξευσης του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις ήταν από τα κυρίαρχα θέματα στην ατζέντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης και 22ης Οκτωβρίου.
Στα συμπεράσματα αναφέρεται ρητά ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να πάρουν μέτρα στήριξης των ευάλωτων καταναλωτών και των επιχειρήσεων, σύμφωνα με την εργαλειοθήκη που δημοσίευσε στις 13/10 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η «αντίθεση» της Ελλάδας με τις ευρωπαϊκές αγορές
Στη χώρα μας η διαπραγμάτευση του συνόλου της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας πραγματοποιείται μέσω της ημερήσιας χονδρεμπορικής αγοράς, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές αγορές, στις οποίες το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς λειτουργεί μέσω διμερών συμβολαίων με κλειδωμένες τιμές, που αντισταθμίζουν τον κίνδυνο στην περίπτωση απότομης αύξησης των τιμών για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες.
H μεγάλη αύξηση των χρηματιστηριακών τιμών του φυσικού αερίου έως και 400% τους τελευταίους μήνες σε σύγκριση με τις τιμές του 2019 και η συνακόλουθη άνοδος των τιμών στο χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας, που υπερβαίνει τα 200 Ευρώ/ΜWh, έχουν σαν αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση κατά 20%-40% στο κόστος παραγωγής της ελληνικής βιομηχανίας.
Δεδομένου ότι οι προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας μετακυλίουν το αυξημένο κόστος στην ελληνική βιομηχανία, το περιβάλλον που διαμορφώνεται είναι εξαιρετικά δυσμενές, ιδίως για τις μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις.
Η μετακύλιση του ενεργειακού κόστους πνίγει την ελληνική βιομηχανία, τη φέρνει σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό και την αναγκάζει είτε να λειτουργεί με ζημιές, απορροφώντας τις αυξήσεις, είτε να μετακυλίει το κόστος στα τελικά προϊόντα και να χάνει πελάτες.
Σημειώνεται ότι η εκτόξευση των τιμών ενέργειας έρχεται να προστεθεί στην παράλληλη αύξηση των διεθνών τιμών πρώτων υλών, του κόστους των μεταφορών και των σοβαρών προβλημάτων επάρκειας και καθυστερήσεων στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό κοκτέιλ.
Τα μέτρα που ζητά η βιομηχανία
Στα μέτρα που ζητά η βιομηχανία είναι η δυνατότητα αυτοκατανάλωσης, δηλαδή να μπορεί να χρησιμοποιεί ενέργεια που παράγει από ΑΠΕ για να καλύψει τις ανάγκες της, κάτι που ήδη έγινε για τους παραχωρησιούχους για την ηλεκτροδότηση των οδικών έργων.
Επίσης, να γίνουν μειώσεις στις ρυθμιζόμενες χρεώσεις δικτύου, να μειωθεί ο ΕΦΚ και το ΕΤΜΕΑΡ (Ειδικό Τέλους Μείωσης Εκπομπής Αερίων Ρύπων), το οποίο είχε αυξηθεί για τη βιομηχανία μέσης τάσης τον Οκτώβριο του 2020 για τη στήριξη του ΕΛΑΠΕ.
Ελληνική Παραγωγή: Δεν είναι συντεχνιακό το ζήτημα
Όπως ανακοίνωσε η Ελληνική Παραγωγή, «η αντιμετώπιση της εκρηκτικής αύξησης του κόστους ενέργειας για τη βιομηχανία δεν είναι συντεχνιακό ζήτημα. Αφορά τη διατήρηση της θετικής αναπτυξιακής δυναμικής, αφορά τη διεθνή ανταγωνιστικότητα και τις εξαγωγές της χώρας, αφορά την απασχόληση, αφορά τον περιορισμό του κινδύνου ενός πληθωριστικού κύκλου που θα είχε ολέθριες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις».
Η ελληνική μεταποίηση αποτέλεσε ανάχωμα και σημαντικό στήριγμα της χώρας μέσα στην πανδημική κρίση, συμβάλλοντας στον περιορισμό των επιπτώσεων από την κατάρρευση των τουριστικών εισπράξεων. Φέτος το α’ εξάμηνο, οι εξαγωγές αγαθών σημείωσαν αύξηση κατά 22,9% σε σχέση με πέρυσι και κατά 18,3% σε σχέση με προ πανδημίας επίπεδο του α’ εξαμήνου 2019.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!