Η κλιματική αλλαγή απειλεί την ευημερία σε ολόκληρο τον πλανήτη, δημιουργώντας μια μεγάλη κοινή πρόκληση την οποία κυβερνήσεις, κοινωνία και επιχειρηματικότητα, στο βαθμό και με τους τρόπους που αναλογεί στον καθένα, καλούνται να διαχειριστούν, για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα, σημειώνει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στο Special Report του για την Οικονομία και τις Επιχειρήσεις.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η απειλή αυτή παρότι παγκόσμια, επηρεάζει διαφορετικά κάθε περιοχή. Για παράδειγμα, η Ευρώπη θερμαίνεται περισσότερο από το μέσο όρο και ο ευρωπαϊκός Νότος τεκμηριωμένα επιβαρύνεται περισσότερο από τον ευρωπαϊκό Βορρά.
Η ανάγκη παγκόσμιας δράσης για τον μετριασμό, την προσαρμογή και την ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική αλλαγή έχει ήδη διατυπωθεί από το Πρωτόκολλο του Κιότο το 1997. Το 2015, στη Συμφωνία του Παρισιού, 192 χώρες δεσμεύτηκαν να μειώνουν τις εκπομπές ΑτΘ με κεντρικό μακροπρόθεσμο στόχο τον "περιορισμό της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας στους 2οC και κατά προτίμηση στον 1,5οC". Ωστόσο, οι παγκόσμιες εκπομπές ΑτΘ μέχρι το 2030 υπολογίζεται να αυξηθούν κατά 16% σε σύγκριση με το 2010 με το υφιστάμενο πλαίσιο.
Στην 26η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (COP26), που διεξήχθη από την 1η έως την 12η Νοεμβρίου 2021 στη Γλασκώβη, ζητούμενο, μεταξύ άλλων, ήταν να επιτευχθούν δύο απαραίτητες προϋποθέσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας του Παρισιού: να συμφωνηθούν οι κοινά αποδεκτοί κανόνες για την τιμολόγηση άνθρακα και να υπάρξει σύγκλιση μεταξύ των στόχων κάθε χώρας, καθώς αρκετές από τις χώρες με τα μεγαλύτερα μερίδια στις παγκόσμιες εκπομπές ΑτΘ, είτε δεν προχωρούν σε σαφείς δεσμεύσεις για τη μείωσή τους, είτε δεσμεύονται σε ορίζοντα μακρύτερο του 2050 (Δ04)".
Ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, πρόεδρος του Δ.Σ. του ΣΕΒ, με αφορμή την παρουσία του στην COP26, ανέφερε: "Στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα (COP26), έγιναν κάποια σημαντικά βήματα για την καλύτερη συνεργασία των κρατών σε κρίσιμες διαστάσεις της προσπάθειας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Αυτό που έχει τώρα σημασία είναι η ταχεία εφαρμογή των συμφωνηθέντων, ώστε να πετύχουμε τη μείωση των εκπομπών, διασφαλίζοντας παράλληλα έναν αποτελεσματικό μηχανισμό αποτροπής της διαρροής άνθρακα, μια εξέλιξη που θα στοίχιζε θέσεις εργασίας, επενδύσεις και εξαγωγές, χωρίς κανένα όφελος για το περιβάλλον.
Ο ΣΕΒ και ο επιχειρηματικός κόσμος στηρίζουν σταθερά την κλιματική φιλοδοξία της Ε.Ε.
Θέλουμε μια κοινωνία μηδενικών εκπομπών και πιστεύουμε ότι αυτό είναι εφικτό, κάνοντας μεγάλες αλλαγές σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας. Πιστεύουμε ότι η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της μπορούν να βγουν σημαντικά ενισχυμένες από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, που αποτελεί υπόδειγμα για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης. Οι επιχειρήσεις έχουν να παίξουν καθοριστικό σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, και πρέπει να τις μετασχηματίσουμε άμεσα και αποτελεσματικά, ώστε να διασφαλιστεί η δίκαιη μετάβαση για όλους".
Η ουσιαστική δέσμευση της Ευρώπης στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
Στην COP26, η Ε.Ε. προσήλθε έχοντας επιτύχει μείωση των εκπομπών ΑτΘ το 2020 κατά 31% σε σύγκριση με το 1990, δηλαδή έχοντας υπερβεί τον στόχο που είχε τεθεί σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κιότο, και με επικαιροποιημένο νομικά δεσμευτικό, μέσω του Ευρωπαϊκού Κλιματικού Νόμου, στόχο για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Το πλήρες πλαίσιο περιγράφεται στην Πράσινη Συμφωνία (δείτε το σχετικό Special Report του ΣΕΒ εδώ), ενώ οι δεσμεύσεις για αύξηση του ενδιάμεσου στόχου μείωσης των εκπομπών ΑτΘ από 43% σε 55% έως το 2030, περιγράφονται στην πρόσφατη δέσμη μέτρων "Fit for 55".
Με τα παραπάνω η Ε.Ε. θέτει ενδιάμεσους στόχους και για το 2040 που θα εξειδικεύσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2023 -2024 θεσπίζοντας έναν ενδεικτικό "προϋπολογισμό άνθρακα" δηλαδή τη μέγιστη ποσότητα εκπομπών που μπορεί να εκπέμπει η Ε.Ε. μέχρι το 2050 χωρίς να απειλεί την τήρηση των δεσμεύσεών της. Ταυτόχρονα, η Ε.Ε. θα αξιολογεί τη συλλογική της πορεία καθώς και τη συνοχή των εθνικών μέτρων (Δ07) στην επίτευξη των στόχων της.
Οι επιχειρήσεις και η ανάγκη αποφυγής της διαρροής άνθρακα
Οι επιχειρήσεις στηρίζουν στην πράξη την ευρωπαϊκή δέσμευση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όπως αποδεικνύεται και από τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ). Όσο όμως, αυξάνεται η διαφορά κλιματικών στόχων της Ευρώπης έναντι άλλων χωρών, αναλόγως πιέζεται και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν το σχετικό κόστος. Η μεταφορά παραγωγής εκτός Ε.Ε. σε χώρες χωρίς (ή με χαμηλότερες) περιβαλλοντικές δεσμεύσεις (κίνδυνος "διαρροής άνθρακα") ήδη συντελείται και αναμένεται να ενταθεί, εις βάρος της ευρωπαϊκής οικονομίας και κοινωνίας αλλά και της επίτευξης του στόχου της Συμφωνίας του Παρισιού.
Η Ελλάδα τηρεί τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κιότο, έχει διπλασιάσει την συμβολή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) από 10% σε 20% την τελευταία δεκαετία και έχει δεσμευτεί για την εξάλειψη των λιγνιτικών μονάδων από την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος έως το 2028. Έπονται, η αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), στο πλαίσιο των νέων Ευρωπαϊκών στόχων και η ψήφιση του Εθνικού Κλιματικού Νόμου. Ωστόσο, αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, και ξεχωρίζει η αυξημένη έκθεση της χώρας στον κίνδυνο διαρροής άνθρακα λόγω γεωγραφικής θέσης.
Ένας τριπλός στόχος προς επίτευξη: Κλιματική φιλοδοξία, δίκαιη μετάβαση, ανταγωνιστικότητα επιχειρήσεων
Οι κλάδοι που εκτίθενται στον κίνδυνο διαρροής άνθρακα στην χώρα, παράγουν το 27% της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) της μεταποίησης και απασχολούν περίπου 57 χιλ. εργαζόμενους ή το 16% της συνολικής απασχόλησης στη μεταποίηση. Πρόκειται για κλάδους με έντονη εξωστρέφεια, με το μερίδιο των εξαγωγών τους να ανέρχεται κοντά στο 50% των εξαγωγών αγαθών της χώρας, υψηλή ένταση κεφαλαίου και υψηλή παραγωγικότητα εργασίας – χαρακτηριστικά που αποτελούν ζητούμενο για το νέο υπόδειγμα διατηρήσιμης ανάπτυξης της Ελλάδας.
Από μελέτη του Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη σε συνεργασία με το ΙΟΒΕ, που βρίσκεται σε εξέλιξη, τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι κλάδοι τσιμέντου, αλουμινίου, σιδήρου και χάλυβα και διύλισης πετρελαίου θα αναζητήσουν την προμήθεια 11 εκατ. επιπλέον δικαιωμάτων εκπομπών μέχρι το 2035. Για το σύνολο των κλάδων "διαρροής άνθρακα" εκτιμάται ότι θα απαιτηθούν επιπλέον 13,2 εκατ. δικαιώματα. Με την πιθανή υπόθεση ότι το κόστος του δικαιώματος εκπομπών θα ανέλθει σταδιακά στα €100 ανά τόνο CO2 το 2035, αυτό συνεπάγεται επιβάρυνση της τάξης του €1,1 δισ. και €1,3 δισ. αντίστοιχα.
Στην περίπτωση που μελλοντικά αλλάξει και το καθεστώς παροχής αντιστάθμισης για το κόστος εκπομπών της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, το μερίδιο κόστους άνθρακα στο κόστος παραγωγής αυξάνεται περαιτέρω για τις βιομηχανίες εντάσεως ηλεκτρικής ενέργειας.
Την ίδια στιγμή οι ανταγωνιστές παραγωγοί εκτός Ε.Ε. θα επιβαρυνθούν με κόστος άνθρακα μέσω εφαρμογής του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (ΜΣΠΑ), μόνο για τα μερίδια παραγωγής που εισάγουν στην Ε.Ε. Συνολικά εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις θα είναι αντίστοιχες με αυτές που έχουν εκτιμηθεί από μελέτη του ΙΟΒΕ για την απολιγνιτοποίηση στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης, οι οποίες κάνουν λόγο για μείωση του ετήσιου ΑΕΠ κατά €1,6 δισ. το 2029 και μείωση της απασχόλησης κατά 19,2 χιλ. θέσεις.
Ο κίνδυνος διαρροής άνθρακα δυσχεραίνει την προσπάθεια αλλαγής του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας
Είναι λοιπόν ιδιαίτερα σημαντικό, η χώρα μας να συμμετάσχει στον διάλογο για το "Fit for 55" με γνώμονα την ισορροπία στους τρείς πυλώνες ευθύνης και με προϋπόθεση, τη διασφάλιση ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να διεκδικούν μερίδιο στον παγκόσμιο ανταγωνισμό με ίσους όρους κλιματικού κόστους:
-Διατήρηση της τρέχουσας κατανομής δικαιωμάτων εκπομπής. Τυχόν περαιτέρω μείωση των δικαιωμάτων εκπομπής στην τρέχουσα περίοδο συνιστά ισχυρό και μη αναστρέψιμο πλήγμα ανταγωνιστικότητας που παράλληλα, δημιουργεί ανασφάλεια ως προς την λήψη αποφάσεων για τις υψηλού κόστους και αργής απόσβεσης επενδύσεις που απαιτεί η πράσινη μετάβαση. Η διατήρηση της δωρεάν κατανομής εκτιμάται ότι θα περιόριζε το έλλειμμα στα 8,1 εκατ. έναντι 13,2 εκατ. δικαιωμάτων
-Συμπληρωματική λειτουργία του ΜΣΠΑ με το ΣΕΔΕ, έως ότου ο πρώτος αποδειχθεί επαρκής αλλά και αποτελεσματικός στην εξίσωση του κόστους άνθρακα μεταξύ ευρωπαϊκών παραγωγών και παραγωγών εκτός Ε.Ε. Σημαντική αδυναμία ως προς την κατεύθυνση αυτή είναι η μέχρι σήμερα εξαίρεση των εξαγωγών από τον μηχανισμό, οι αδυναμίες επιβεβαίωσης του κόστους άνθρακα παραγωγού εκτός Ε.Ε. και οι δυνατότητες παράκαμψής του από τους εισαγωγείς.
-Αποτροπή ενεργοποίησης του διατομεακού συντελεστή διόρθωσης που μπορεί να προκληθεί από την αναθεώρηση του ΣΕΔΕ, αξιοποιώντας δυνατότητες που παρέχονται στον τρόπο λειτουργίας του ΣΕΔΕ (π.χ. αξιοποιώντας το υφιστάμενο αποθεματικό).
-Αναθεώρηση του ΣΕΔΕ προς την κατεύθυνση δικαιότερης κατανομής βαρών και θέσπισης στόχων σε κλάδους εκτός ΣΕΔΕ. Οι εκπομπές που καλύπτει το ΣΕΔΕ ανέρχονται στο 40% περίπου των συνολικών εκπομπών ΑτΘ της Ε.Ε., ενώ μεχρι τώρα, οι κλάδοι που καλύπτει το ΣΕΔΕ έχουν συμβάλει αναλογικά περισσότερο στη μείωση των συνολικών εκπομπών ΑτΘ σε σύγκριση με τους κλάδους εκτός ΣΕΔΕ.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!