Η ηλεκτροκίνηση, αλλά ενδεχόμενα και η αύξηση της χρήσης κινητήρων υδρογόνου διασφαλίζουν ότι ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας θα συμβάλλει τα επόμενα χρόνια λιγότερο στην παραγωγή CO2 και άλλων επιβλαβών ρύπων. Συστηματικές μελέτες δείχνουν ότι οι μεταφορές παράγουν περίπου το 25-30% της ετήσιας αναλογίας των συνολικών εκπομπών CO2 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ηλεκτροκίνηση στοχεύει στη σημαντική μείωση του αποτυπώματος άνθρακα στον τομέα της αυτοκίνησης.
Οι στρατηγικές για τη μείωση των εκπομπών που σχετίζονται με τον τομέα των μεταφορών αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ταξιδεύουμε και την ενέργεια που χρησιμοποιούμε κατά τη διάρκεια της μετακίνησής μας. Στην πράξη, οι εκπομπές ρύπων που παράγονται κατά τη διάρκεια της χρήσης ενός αυτοκινήτου είναι μεγαλύτερες από αυτές της παραγωγής. Η μεταφορά πετρελαίου, η ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από μη φιλικούς προς το περιβάλλον σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, όπως για παράδειγμα από την καύση άνθρακα και τα ανταλλακτικά που προέρχονται από μη ανακυκλωμένα υλικά, ανεβάζουν το συνολικό αποτύπωμα των αυτοκινήτων.
Η ποσότητα CO2 που παράγεται από ένα συγκεκριμένο αυτοκίνητο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ωστόσο, τα επιβατικά αυτοκίνητα παράγουν το περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα. Η κυκλοφορία όλων των μέσων οδικών μεταφορών αντιπροσωπεύουν το 72% των συνολικών εκπομπών, ενώ τα επιβατικά αυτοκίνητα ευθύνονται για το 60,7% αυτού του ποσοστού, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Τα ελαφριά φορτηγά ευθύνονται για το 11,9% των ρύπων, το 26,2% προέρχονται από τα βαρέα οχήματα, φορτηγά και λεωφορεία και το 1,2% από τις μοτοσικλέτες.
Στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να μειώσει τις εκπομπές ρύπων από τις μεταφορές κατά 60% έως το 2050 ως προς τα επίπεδα που ίσχυαν το 1990. Για το υπόλοιπο 28% της συνολικής ρύπανσης που προέρχεται από τις μεταφορές, υπεύθυνες είναι οι αερομεταφορές (13,4%), τα πλοία (13,6%), ο σιδηρόδρομος (0,5%) και άλλες μορφές μεταφοράς (0,5%).
Οι εκπομπές άνθρακα που προέρχονται από τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά συνεισφέρουν σε τεράστιο βαθμό στις συνολικές εκπομπές CO2. Φυσική συνέπεια είναι η ευρωπαϊκή στρατηγική να στρέφεται προς την κινητικότητα με βασικό παρανομαστή την εκπομπή χαμηλών εκπομπών.
Στην Ευρώπη, οι οδηγοί μετακινούνται σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό μόνοι τους. Σε αυτή τη χρήση του αυτοκινήτου έπαιξε σημαντικό ρόλο και η πανδημία. Η χρήση της τεχνολογίας μπορεί να αλλάξει την όλη κατάσταση, αλλά αυτό δεν θα οδηγήσει σε πλήρη εξάλειψη των εκπομπών CO2. Η εφαρμογή εναλλακτικών πηγών ενέργειας είναι ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι εάν η ενεργειακή ζήτηση που σχετίζεται με την ανάπτυξη των ηλεκτρικών αυτοκινήτων (EV) υπερβαίνει την παραγωγική ικανότητα των πράσινων πηγών ενέργειας, δεν θα μπορέσουμε να μειώσουμε το αποτύπωμα άνθρακα σε σημαντικό βαθμό. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι επίσης προετοιμασμένη για ένα τέτοιο σενάριο, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην ηλεκτροδότηση και άλλων τομέων των μεταφορών.
Η βελτίωση των κινητήρων εσωτερικής καύσης και η εστίαση στην ενέργεια από υδρογόνο, βιοκαύσιμα και άλλες εναλλακτικές πηγές προσφέρει μια ευκαιρία μείωσης των εκπομπών CO2. Πολλά εξαρτώνται από τις αυτοκινητοβιομηχανίες, τις επενδύσεις τους στην ηλεκτροκίνηση και τη βελτίωση του τρόπου παραγωγής. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να επενδύσουν σε λύσεις που συνδυάζουν την καινοτομία και τη βιωσιμότητα και προσφέρουν ελπίδα για επιτάχυνση της ανάπτυξης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!