Δέκα μήνες από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την έναρξη του πολέμου, η Μόσχα δηλώνει ικανοποιημένη για τις ισχυρές αντιστάσεις που κατάφερε να επιδείξει η οικονομία υπό το βάρος των διεθνών κυρώσεων. Όμως, το χρηματιστήριο της Μόσχας αποτελεί τρανταχτή απόδειξη της ζημιάς που έχει υποστεί η αγορά.
Ουσιαστικά το τέλος του 2022 θα βρει το χρηματιστήριο της Μόσχας να μετρά τις μεγαλύτερες απώλειες για φέτος διεθνώς.
Οι ρωσικές επιχειρήσεις που είχαν μετοχές τους να διαπραγματεύονται σε ξένους δείκτες αποκλείστηκαν, με τα περιουσιακά τους στοιχεία να «παγώνουν».
Όμως, και η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά πέρασε δύσκολα, καθώς οι ξένοι επενδυτές αποχώρησαν ή τέθηκαν εκτός χώρας λόγω των κυρώσεων, χωρίς καλά-καλά να μην μπορούν ούτε να ρευστοποιήσουν τα assets τους. Κατόπιν αυτού, οι εγχώριοι επενδυτές ούτε αρκούσαν ούτε μπορούσαν να «σώσουν» την εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά από την καθοδική τροχιά.
Τεράστιες απώλειες
Ο γενικός δείκτης RTS, που εκφράζεται σε δολάρια, μετρά απώλειες που φτάνουν το 35% για τη φετινή χρονιά. Με την επίδοση αυτή αποτελεί μακράν το μεγαλύτερο χαμένο διεθνή δείκτη παγκοσμίως, μεταξύ 92 παγκόσμιων χρηματιστηριακών δεικτών.
Ο έτερος βασικός δείκτης MOEX, που εκφράζεται σε ρούβλια, μετρά ακόμη μεγαλύτερες απώλειες, ύψους 44% που οδεύει ολοταχώς προς το χειρότερο κλείσιμο του για τη χρονιά από το 2008.
Είναι εύλογο δε, πως με δεδομένο ότι ο πόλεμος συνεχίζεται, όπως και πίεση προς τη ρωσική αγορά από τις διεθνείς κυρώσεις, η προοπτική ανάκαμψης του ρωσικού χρηματιστηρίου δεν βρίσκεται στον ορατό ορίζοντα.
Ανάλογο τοπίο για το 2023
Την περασμένη Πέμπτη, η ΕΕ ενέκρινε μάλιστα ένα ακόμη πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας, το ένατο, διευρύνοντας τη «μαύρη λίστα» επιχειρήσεων και προσώπων, επιβεβαιώνοντας την πρόθεση της να κρατήσει σφιχτή τη… θηλιά γύρω από τη ρωσική οικονομία.
Πραγματικά, ο αντίκτυπος του ευρωπαϊκού εμπάργκο κατά του ρωσικού αργού σε συνδυασμό με το διεθνές πλαφόν στην τιμή του θα συντηρήσει, αν όχι θα διευρύνει, την αρνητική πίεση προς τη ρωσική οικονομία.
Το εμπάργκο σημαίνει πως η Μόσχα θα πρέπει να κάνει ακόμη μεγαλύτερη προσπάθεια να διασφαλίσει εναλλακτικούς αγοραστές, κυρίως από την Ασία, για το πετρέλαιο της και να προσφέρει ακόμη μεγαλύτερες εκπτώσεις στην τιμή, που σημαίνει συρρίκνωση στα έσοδα της.
Δεν είναι τυχαίο πως παρά το γεγονός ότι τα έσοδα των ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών κατάφεραν μέχρι τώρα να κρατηθούν σε καλά επίπεδα, οι μετοχές τους έχουν υποστεί μεγάλες απώλειες.
Η μετοχή της Lukoil PJSC και της Gazprom PJSC, που είναι οι κυριότερες εταιρείες του δείκτη MOEX, παρουσιάζουν απώλειες αντιστοίχως κατά 30% και 53% για τη φετινή χρονιά.
Αντιστοίχως, η μετοχή της κυριότερης ρωσικής τράπεζας, της Sberbank, έχει απωλέσει πάνω από το μισό της αξίας της με πτώση άνω του 53%, καθώς ο ρωσικός τραπεζικός κλάδος βρέθηκε από νωρίς στο στόχαστρο των κυρώσεων και αποκλείστηκε από το στρατηγικής σημασίας διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!