Στον απόηχο των γεωπολιτικών εξελίξεων, της πορείας του πετρελαίου, των αποφάσεων των κεντρικών τραπεζών και των εταιρικών αποτελεσμάτων κινούνται οι χρηματιστηριακές αγορές τον Μάρτιο.
Μία εξίσωση με 4 αγνώστους δίνει άπειρες λύσεις (μιγαδικές), λένε οι μαθηματικοί, αλλά υπό προϋποθέσεις μπορεί και να μην έχει λύση. Η κρισιμότερη εξέλιξη αυτή τη στιγμή είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και αυτός θα δώσει την ώθηση ή θα καταβαραθρώσει πολλές χρηματιστηριακές αγορές.
Από την πορεία του πολέμου θα εξαρτηθεί και η τιμή του πετρελαίου. Από την πορεία του πετρελαίου θα εξαρτηθεί η πορεία των πληθωριστικών πιέσεων στην ΕΕ και στις ΗΠΑ. Ακολούθως θα καθοριστούν οι αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών για το επόμενο διάστημα. Τα εταιρικά αποτελέσματα και η επιχειρηματική κινητικότητα επαρκούν μόνο εάν οι άλλες παράμετροι εξελιχθούν θετικά.
Το χειρότερο περιβάλλον από το 2015 για το ελληνικό χρηματιστήριο
Στο χειρότερο οικονομικό περιβάλλον από το 2015 και μετά, το ελληνικό χρηματιστήριο καλείται να αντιμετωπίσει και τις 4 ανωτέρω επιπτώσεις χωρίς να υποχωρήσει κάτω από τις 800 μονάδες. Η πορεία του Γενικού Δείκτη την προηγούμενη εβδομάδα κατέγραψε άνοδο 4,22% εξαιτίας των φημών που διαδόθηκαν περί εξεύρεσης συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
Η πράξη έδειξε ότι μόνο λύση δεν βρέθηκε και ότι οι φήμες αυτές που διέρρευσαν οι FT ήταν μάλλον ευσεβείς πόθοι. Πάντως, ενόψει της νέας εβδομάδας, νέες φήμες περί πιθανής νέας ευκαιρίας συνεννόησης κυκλοφορούν στις χρηματιστηριακές αγορές. Οι φήμες αυτές λειτουργούν ως περιστασιακό «οξυγόνο» για τα χρηματιστήρια σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία.
Η υποχώρηση του πετρελαίου (WTI, Brent) κάτω από τα 100 δολάρια / βαρέλι κράτησε μόλις δύο συνεδριάσεις και αυτό αρκούσε για να επιστρέψουν τα χρηματιστήρια σε υψηλότερα επίπεδα. Όμως εάν δεν σταματήσει ο πόλεμος, το πετρέλαιο δεν πρόκειται να αποκλιμακωθεί κάτω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, λένε οι αναλυτές και αυτό φοβίζει ιδιαίτερα όλες τις βιομηχανίες αλλά και τις μεταφορές και έμμεσα τον τουρισμό.
Λειτουργικά κόστη – μείωση κατανάλωσης οι «δύο μυλόπετρες» για τις επιχειρήσεις
Στο ελληνικό χρηματιστήριο, ο Γενικός Δείκτης κράτησε τις στηρίξεις των 855-860 μονάδων αλλά με μεγάλη μεταβλητότητα. Ίσως η μεταβλητότητα αυτή να θεωρηθεί και μια ικανή εκτόνωση των πιέσεων αντί μιας μεγάλης διόρθωσης.
Το πρόβλημα που πλέον αντιμετωπίζει το ελληνικό χρηματιστήριο είναι ότι και τα ελληνικά μακροοικονομικά μεγέθη για το α' τρίμηνο 2022, που τελειώνει σε μερικές μέρες, δεν θα επαρκούν για να το υποστηρίξουν.
Για παράδειγμα, εάν ο πληθωρισμός Μαρτίου ξεφύγει πάνω από το 7% (λόγω πετρελαίου) οι ελληνικές επιχειρήσεις θα βρεθούν να καταγράφουν σημαντικές πιέσεις στα λειτουργικά τους αποτελέσματα στο τέλος α' τριμήνου.
Επίσης, οι καταναλωτικές δαπάνες (αφορούν τις εμπορικές επιχειρήσεις, τα τρόφιμα-ποτά και τις μεταφορές-τουρισμό) δείχνουν σημάδια υποχώρησης, που θα επηρεάσουν και τους τζίρους των εισηγμένων. Τέλος, για τις τράπεζες, ο κίνδυνος από την παράταση της αβεβαιότητας και τη μείωση της παραγωγικής δραστηριότητας είναι να αυξηθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Αντοχή στην κρίση της πανδημίας έδειξαν τα αποτελέσματα χρήσης 2021
Τα αποτελέσματα χρήσης 2021, που έχουν ξεκινήσει να ανακοινώνονται εδώ και δύο εβδομάδες, έδειξαν σημαντική ενίσχυση το 2021 σε σχέση με το 2020, ακόμη και σε σχέση με το 2019.
Η καλή πορεία αρκετών εισηγμένων υψηλής κεφαλαιοποίησης καταφέρνουν να κρατήσουν τις αποτιμήσεις των μετοχών τους σε μικρές μεταβολές. Ενδεικτικά, η εβδομαδιαία άνοδος 10,23% των τραπεζών κάλυψε τις μεγάλες απώλειες που είχαν εκδηλωθεί μέχρι πριν δύο εβδομάδες.
Σημαντική ήταν η εβδομαδιαία ανάκαμψη των Πρώτων υλών (7,31%), των Κατασκευών-Υλικών (6,94%) , της Τεχνολογίας (5,08%). Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι κλάδοι που παραδοσιακά αντέχουν στις πληθωριστικές πιέσεις, όπως, για παράδειγμα, το real estate, καταφέρνουν να περιορίσουν τις απώλειές τους.
Η έκθεση της Eurobank Equities
Σε σχέση με τις αγορές της ΕΕ, το ελληνικό χρηματιστήριο, σύμφωνα με την έκθεση της Eurobank Equities δείχνει, ότι:
- Εχει υποαποδώσει του Stoxx 600 κατά σχεδόν 8% από την έναρξη της κρίσης, υποχωρώντας κατά 9%. Πάντως, συνεχίζει να υπεραποδίδει από τις αρχές του έτους (κατά 4% έναντι του Stoxx 600).
- Οι ελληνικές τράπεζες έχουν επίσης χαμηλότερες επιδόσεις κατά 8% από τις τράπεζες της περιφέρειας μετά τη σύγκρουση, αλλά από τις αρχές του έτους σημειώνουν άνοδο κατά 5% έχοντας ξεπεράσει τις τράπεζες της ΕΕ κατά 10%.
- Σε απόλυτη βάση, η αποτίμηση των μη χρηματοοικονομικών τίτλων έχει υποχωρήσει σε 6,5x σε όρους EV/EBITDA, με μικρό discount έναντι του μακροπρόθεσμου μέσου όρου. Η αποτίμηση των ελληνικών τραπεζών έχει επίσης υποχωρήσει σε 0,5x σε όρους P/TBV (από 0,6x πριν από τον πόλεμο).
- Σε σχετική βάση, οι ελληνικές μη χρηματοοικονομικές εταιρείες διαπραγματεύονται με discount 25% EV/EBITDA έναντι των εταιρειών της ΕΕ, λίγο υψηλότερο από το μακροπρόθεσμο μέσο discount του 20%. Ομοίως, το σχετικό discount σε όρους P/BV των ελληνικών τραπεζών διευρύνθηκε σε άνω του 20% αφού περιορίστηκε στο 15% πριν από τη σύγκρουση.
«Το risk premium που ενσωματώνεται στις τρέχουσες τιμές των ελληνικών μη χρηματοοικονομικών εταιρειών έχει επεκταθεί στο 6%, και παρόλο που αυτό δεν φαίνεται εξαιρετικά μεγάλο, θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της αύξησης της ελκυστικότητας των ελληνικών ομολόγων (με την απόδοση του ελληνικού 10ετούς στο 2,6% έναντι 1,2% τον Δεκέμβριο)», τονίζει η Eurobank Equities.
Από αυτή την άποψη, η απόδοση των κερδών που προσφέρουν οι ελληνικές μη χρηματοοικονομικές εταιρείες, κοντά στο 8,5%, είναι αρκετά ελκυστική, ειδικά καθώς αυτή ενισχύεται περαιτέρω από τη μερισματική απόδοση η οποία διαμορφώνεται στο 4%.
Ακολούθησε την Ημερησία στο Google News!