Παρ' όλο που στο επίκεντρο της οικονομικής επικαιρότητας βρίσκονται οι δασμοί του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, και ο εμπορικός πόλεμος που προκαλούν, μία πολύ σημαντική εξέλιξη για τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές αποτελεί η απόφαση της Γερμανίας να «σπάσει τα δημοσιονομικά δεσμά» που είχε επιβάλει η ίδια στον εαυτό της με το φρένο χρέους, για να μπορέσει να ενισχύσει την άμυνα της και την άμυνα όλης της Ευρώπης.
Ο καγκελάριος εν αναμονή, Φρίντριχ Μερτς, δήλωσε χθες ότι η Γερμανία θα τροποποιήσει το σύνταγμά της για να εξαιρέσει τις δαπάνες για την άμυνα και την ασφάλεια από τους περιορισμούς στις δημόσιες δαπάνες και ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί» για την άμυνα της χώρας.
Είπε επίσης ότι με τη στήριξη των πιθανών κυβερνητικών εταίρων του σχεδιάζει ένα ταμείο υποδομών ύψους 500 δισ. ευρώ που θα επενδύσει σε τομείς προτεραιότητας, όπως οι μεταφορές, τα ενεργειακά δίκτυα και η στέγαση για μία 10ετία.
«Η Ευρώπη πρέπει να ενισχύσει την άμυνά της... Οι αναγκαίες αποφάσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, δεν μπορούν πλέον να αναβάλλονται μετά τις πρόσφατες επιλογές της αμερικανικής κυβέρνησης», πρόσθεσε.
Αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων
Οι αποφάσεις αυτές της Γερμανίας όχι μόνο οδήγησαν το ευρώ σε υψηλό τριμήνου, με νέα άνοδο σήμερα κοντά 1,07 δολάρια, αλλά έδωσαν ώθηση στις ευρωπαϊκές μετοχές, με τον Stoxx 50 να ενισχύεται το μεσημέρι πάνω από 2%, ενώ προκάλεσαν και sell off στις διεθνείς αγορές ομολόγων.
Η απόδοση των γερμανικών 10ετών ομολόγων αυξήθηκε κατά 20 μονάδες βάσης στο 2,70%, ενώ και αυτές των άλλων κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης σημείωναν αντίστοιχη άνοδο. Για τα 10ετή ομόλογα του ελληνικού δημοσίου η απόδοση διαμορφωνόταν στο 3,49%, αυξημένη κατά 18 μ.β.
Στροφή αναλυτών υπέρ του ευρώ
Ορισμένοι αναλυτές συνιστούν τώρα την αγορά του ευρώ έναντι του δολαρίου, επικαλούμενοι τις βελτιωμένες προοπτικές για το κοινό νόμισμα και την ευρωπαϊκή οικονομία, εν μέσω των προσπαθειών για ενίσχυση των δαπανών.
Η Deutsche Bank και η Societe Generale έκαναν σχετικές συστάσεις χθες, ποντάροντας στην υπεραπόδοση του ευρώ έναντι του δολαρίου, καθώς η Ευρώπη λαμβάνει μέτρα για να στηρίξει την οικονομία και να περιορίσει τις πιθανές επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών, ενώ οι προοπτικές για την αμερικανική οικονομία επιδεινώνονται. Οι συστάσεις έγιναν καθώς το κοινό νόμισμα άγγιξε τα 1,0627 δολάρια, το υψηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο, την Τρίτη.
Για τον Γιώργο Σαραβέλο, επικεφαλής στρατηγικής συναλλάγματος της Deutsche Bank, η εξέλιξη αυτή είναι «η μεγαλύτερη και ταχύτερη αλλαγή δημοσιονομικής πολιτικής στην ιστορία της Γερμανίας μετά την επανένωση» και αρκετή για να υιοθετήσει μια ανοδική άποψη για το ευρώ. Η ομάδα του προβλέπει ενίσχυση του κοινού νομίσματος στα 1,10 δολάρια.
«Η Ευρώπη και η Γερμανία ειδικότερα δείχνουν μια ιστορικά πρωτοφανή ευελιξία στην αναθεώρηση της δημοσιονομικής πολιτικής τους», ανέφερε σε σημείωμα προς τους πελάτες του. «Αυτή η ευελιξία όχι μόνο πιθανότατα θα αμβλύνει τον πιθανό αντίκτυπο των επερχόμενων δασμών, αλλά δημιουργεί μια ανοδική τάση ανάπτυξης μόλις απορροφηθεί ο αντίκτυπος των δασμών».
Οι ήδη ανακοινωθέντες αμερικανικοί δασμοί θα έχουν «αισθητό αρνητικό αντίκτυπο στην αμερικανική οικονομία», πρόσθεσε ο Σαραβέλος. Οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank ανέφεραν ότι υπάρχει «σημαντική ανοδική τάση» στην πρόβλεψή τους για την ανάπτυξη της Γερμανίας κατά 1% για το επόμενο έτος.
Ανέκρουσε πρύμνα η Citi
Η Credit Agricole, η οποία είχε κάνει την καλύτερη πρόβλεψη για την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου το τελευταίο τρίμηνο στην κατάταξη του Bloomberg, βλέπει επίσης το ευρώ να κινείται υψηλότερα, αλλά προειδοποιεί για πιθανή πτώση του «αν έχουμε άλλη μια υποχώρηση στο εμπόριο».
«Οι τελευταίες εξελίξεις μας κάνουν συνολικά πιο εποικοδομητικούς και αν διατηρηθούν μπορεί να σημαίνει ότι θα πρέπει να μεταφέρουμε πιο κοντά κάποια από τη δύναμη του ευρώ», δήλωσε. Η τράπεζα βλέπει το ευρώ στα 1,07 δολάρια στο τέλος του έτους.
Εν τω μεταξύ, οι στρατηγικοί αναλυτές της Citigroup αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν μια πτωτική σύσταση για το ευρώ την Τρίτη, εν μέσω του ράλι του ενιαίου νομίσματος.
«Οι τελευταίες ανακοινώσεις από την ΕΕ, και ιδιαίτερα από τη Γερμανία, ξεπέρασαν τις προσδοκίες για το μέγεθος και την έκταση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων σχετικά με την άμυνα», έγραψαν αναλυτές της τράπεζας σε χθεσινό σημείωμά τους.